Πέλλα-Γιαννιτσά
Η Πέλλα είναι κτισμένη σε λόφο ένα χιλιόμετρο βόρεια της οδικής αρτηρίας Θεσσαλονίκης – Έδεσσας και του αρχαιολογικού χώρου. Νοτίως του οδικού άξονα αναπτύσσεται ο εύφορος κάμπος, που προέκυψε από την αποξήρανση της λίμνης των Γιαννιτσών.( Η λίμνη αποξηράνθηκε από την Αμερικανική εταιρεία Foundation μεταξύ των ετών 1927-1937).
Η Πέλλα έχει έκταση περίπου τρία τ. χλμ. και πληθυσμό 2450 κατοίκους. Κατά την Τουρκοκρατία το χωριό ονομαζόταν Αλλά Κιλισέ (Ωραία Εκκλησία) ή Άγιοι Απόστολοι. Ήταν ένας οικισμός με 60-80 ταπεινά αγροτόσπιτα. Στα τέλη του 18ου αιώνα μετατράπηκε σε τσιφλίκι και οι κάτοικοι της έγιναν κολίγοι στην ιδιοκτησία του Σελίμ Μπέη και του Σαούλ Μοδιάνο.
-
Τα Γιαννιτσά
Η Οικία του Εμίν Μπέη, του τελευταίου Καϊμακάμη των Γιαννιτσών. Η περιοχή, όπου αργότερα αναπτύχθηκαν τα Γιαννιτσά, βρίσκεται στους νότιους πρόποδες του όρους Πάικου, πάνω σε μία πανάρχαιη φυσική δίοδο που συνέδεε την ακτή του Θερμαϊκού κόλπου με την ορεινή χώρα της δύσης. Σήμερα, η πόλη φαίνεται να καταλαμβάνει τα πρώτα χαμηλά υψώματα αυτής της διόδου, ενώ μπροστά της απλώνεται ο μεγάλος κάμπος της Κεντρικής Μακεδονίας, που λέγεται και Κάμπος των Γιαννιτσών. Στην Προϊστορική Εποχή ήταν μια περιοχή χωρίς σταθερές ακτές και με ποικιλία φυσικών διαμορφώσεων, καθώς το φυσικό ανάγλυφο του τόπου είναι ένα φυσικό στεφάνι από βουνά, απ΄όπου έρχονται ποταμοί που ενώνονται μεταξύ τους. Η μεγάλη φυσική κοιλότητα, που σήμερα είναι μια εύφορη πεδιάδα, υπήρξε κατά καιρούς θάλασσα, λιμνοθάλασσα, λίμνη και βάλτος.
Η αρχαιολογική έρευνα έχει φωτίσει σε μεγάλο βαθμό τις πρώτες νεολιθικές εγκαταστάσεις ανθρώπων στην περιοχή. Στη νότια παρυφή των Γιαννιτσών, στην παλιά αγορά, έχει εντοπιστεί και ερευνηθεί εν μέρει ένας οικισμός που τα ίχνη κατοίκησης ξεκινούν από την Αρχαιότερη Νεολιθική Περιόδου (7η π.Χ. χιλιετία π.Χ.). Οι κάτοικοι έμεναν σε πασαλόπηκτα οικήματα, κυριολεκτικά «υφασμένα» με πλέγματα από λεπτά κλαδιά ή καλάμια και επιχρισμένα με πηλό. Βρέθηκαν πολλά αντικείμενα από κόκκαλο και πέτρα, καθώς και αγγεία. Ζούσαν από καλλιέργειες σιταριού, άγρια φρούτα, διατηρούσαν πρόβατα και χοίρους, ενώ δεν έλειπε και το κυνήγι. Κατανάλωναν επίσης θαλασσινά και ψάρια-η θάλασσα δεν ήταν μακριά.Το περιβάλλον τους διέθετε μεγάλα δάση με βαλανιδιές, ενώ τα νερά αφθονούσαν. Ως την αυγή των ιστορικών χρόνων, υπήρχαν εποχές όπου οι οικισμοί αυτοί, ιδίως οι πεδινοί, παρουσιάζουν διακοπές στην ανάπτυξή τους, κυρίως επειδή άλλαζαν οι συνθήκες του φυσικού περιβάλλοντος.
Η Παράδοση
Οι πρώτες ιστορικές μαρτυρίες συνδέονται με τους Βοττιαίους, ένα λαό που συνάντησαν οι Αργεάδες Μακεδόνες κατά την κάθοδό τους από τα Πιέρια όρη. Οι Βοττιαίοι κατοικούσαν τη λοφώδη και πεδινή ζώνη μεταξύ Αλιάκμονα και Αξιού, σε μία έκταση σχήματος πετάλου γύρω από τη λίμνη. Στα νότια γειτόνευαν με τους Πίερες, στα δυτικά με τους λεγόμενους Φρύγες, στα βόρεια με τους Άλμωπες, ενώ ψηλότερα στον Αξιό βρισκόταν οι Παίονες, που μαρτυρούνται ως σύμμαχοι των Τρώων στην Ιλιάδα. Μετά τον Αξιό, υπήρχαν θρακικές φυλές. Γύρω από τη θέση των σημερινών Γιαννιτσών, υπήρχαν οι πόλεις Κύρρος, Τύρισσα, Βούνομος (αργότερα Πέλλα), Ίχνες, Αταλάντη. Για τους Βοττιαίους, πίστευαν ότι πήραν το όνομα από το Βόττωνα που ήταν Κρητικός και συντηρούσαν μια παράδοση πως προέρχονταν είτε από μινωίτες που διασώθηκαν από μία εκστρατεία κατά της Σικελίας είτε πως ήταν απόγονοι των παιδιών της Αθήνας που γλύτωσαν από το Μινώταυρο, γι΄ αυτό και είχαν ένα τραγούδι, το «ίωμεν εις Αθήνας». Η παράδοση απηχεί τις στενές επαφές του τόπου με τον κρητομυκηναϊκό πολιτισμό. Εκείνο τον καιρό, η πιο σημαντική κώμη του τόπου ήταν η τούμπα έξω από το σημερινό Αρχοντικό, έξι χιλιόμετρα ανατολικά των Γιαννιτσών. Οι Μακεδόνες, στα χρόνια του Αρχελάου, στον 5ο π.Χ. αιώνα, μετέφεραν την πρωτεύουσα του κράτους τους από τις Αιγές στην Πέλλα, η οποία υπήρξε πρωτεύον σημείο αναφοράς για όλο τον κλασικό και ελληνιστικό κόσμο. Ήταν το κέντρο των διπλωματικών και στρατιωτικών επιχειρήσεων του Φιλίππου και η γενέτειρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Οι περισσότεροι ερευνητές τοποθετούν την κατάληψη της περιοχής των Γιαννιτσών στη δεκαετία του 1380. Και τη συναρτούν με μία σημαντική στρατιωτική προσωπικότητα, το Γαζή Εβρενός, που θεωρείται ότι συνέβαλε αποφασιστικά στην επικράτηση των Οθωμανών στη Μακεδονία. Πολέμησε στις μάχες του Κοσσυφοπεδίου (1389) και της Νικόπολης (1396), ενώ κατέλαβε την Κόρινθο. Ο θρύλος αναφέρει ότι έζησε 129 χρόνια! Καταγόταν από το Μπαλικεσίρ (Παλαιόκαστρο) μεταξύ Περγάμου και Προύσας και η παράδοση τον θέλει γιο ενός χριστιανού εξωμότη , του Ornos (Ουρανού), κυβερνήτη της Προύσας. Πέθανε στα Γιαννιτσά και ετάφη το 1417. Οι σουλτάνοι του χάρισαν εδαφικές εκτάσεις, από τις οποίες η μεγαλύτερη και σπουδαιότερη ήταν η περιοχή των Γιαννιτσών, που ορίστηκε ως «βακούφι» (θρησκευτικό-φιλανθρωπικό μουσουλμανικό ίδρυμα). Καθώς η οθωμανική ιστοριογραφία δεν έχει πολλές ομοιότητες με την ευρωπαϊκή, εμφιλοχωρούν σ’ αυτήν πολλές, γοητευτικές (και αναπόδεικτες) ιστορίες, όπως η θανάτωση του γιου του Εβρενός από τον ίδιο, επειδή αυθαδίασε στο Σουλτάνο σε ένα κυνήγι στα λουτρά της Πέλλας, αλλά και ο τρόπος, που η αχανής κτηματική έκταση των Γιαννιτσών δόθηκε στον Εβρενός: Είτε ότι του είπαν ότι η γη, που μπορεί να περικλείσει σε μιά μέρα τρέχοντας με ένα άλογο είναι δική του, οπότε φρόντισε να έχει διαθέσιμα άλογα σε κάθε χωριό και μπόρεσε να διατρέξει με φρενήρη καλπασμό το σύνολο του κάμπου των Γιαννιτσών, είτε ότι του είπαν ότι δικαιούται γη, που μπορεί να περικλεισθεί στο τομάρι μιας αγελάδας, οπότε δημιούργησε μια λεπτή κλωστή με ειδική επεξεργασία και κατάφερε το ίδιο. Τα αρχεία του ιεροδικείου της Θεσσαλονίκης μαρτυρούν ότι η «ηγεμονια» του Εβρενός έφτανε στο χωριό Άδενδρο της Θεσσαλονίκης και κάλυπτε πρακτικά μεγαλύτερο χώρο από την επαρχία Γιαννιτσών. Τα Γιαννιτσά ήταν η πρωτεύουσα αυτής της παραγωγικής και στρατηγικής χώρας.
Το όνομα
Η ονομασία Γενητζέ-Βαρντάρ επικρατεί μετά τον 16ο αιώνα. Καθώς μια άλλη κωμόπολη στο Νέστο, ονομάζεται κι αυτή Γενητζέ Καρασού (σήμερα Γενισαία, το τουρκικό όνομα του Νέστου είναι Καρασού=Μαυρονέρι) θεωρήθηκε ότι οι δύο οικισμοί ήταν συνώνυμοι και έφεραν την προσηγορία του πλησιέστερου, μεγάλου ποταμού της περιοχής, για να διαφοροποιούνται. Προηγουμένως, το όνομα Γενητζέ εμφανίζεται και μόνο του. Ενα χωριό κοντά στα Γιαννιτσά, η Αξός (Παλαιόν) και το Ποντοχώρι, λεγόταν Εσκητζέ, δηλαδή «παλιά πόλη». Σε μεταπολεμικούς χάρτες μάλιστα υπάρχει διάκριση ανάμεσα στο «Παλαιόν Παλαιόν»(Βετπαζάρ=παλιά αγορά=Ποντοχώρι) και στο «Νέον Παλαιόν» (Αξός). Αν αναλογιστούμε ότι και η Ξάνθη, κατά την εποχή της ανάπτυξης της Γενισαίας λεγόταν επίσης Εσκετζέ ,δεν είναι καθόλου παράξενο ότι οι Οθωμανοί ονόμασαν «Νεαπόλεις»(Γενητζέ) δύο οικισμούς στους οποίους έδωσαν μεγάλη σημασία, ενώ οι παλαιότεροι οικισμοί ονομάστηκαν «Παλαιοπόλεις» (Εσκητζέ).
Σ’ αυτή την ισχυρή θεωρία, αντιτάχτηκε από την αρχή μια διαφορετική εκδοχή, σύμφωνα με την οποία το όνομα προέρχεται από το ανθρωπωνυμικό «Γιαννιτσάς»(τα δίκαια του Γιαννιτσά), από έναν υποθετικό βυζαντινό προνοιάριο (ιδιοκτήτη) σύμφωνα και με πολυάριθμα παραδείγματα (Λαγκαδά, Μεσημέρη, Σκυλίζη, Καβάσιλα,) που αφθονούν στη Μακεδονία. Η Γενισαία πάντως συνδράμει στην πρώτη εκδοχή.
Στο μέλλον
Κανένας δεν μπορεί να γίνει προφήτης στην πατρίδα του, αλλά τα Γιαννιτσά είναι μια πόλη με λαμπρό μέλλον, παρά τις αδυναμίες σε ουσιώδεις υποδομές που υπερβαίνουν τις τοπικές ανάγκες. Ωστόσο, με τον καιρό, η απόστασή της από τη Θεσσαλονίκη, μειώνεται σε πραγματικό χρόνο, διαμορφώνοντας μια «προαστειακή» αντίληψη ως προς ένα μελλοντικό μητροπολιτικό βαρύκεντρο. Η βαρύνουσα σημασία της δυτικής εισόδου της Θεσσαλονίκης, με τη βαθμιαία απαξίωση των μεγάλων βιομηχανικών μονάδων, που βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής γύρω από το Γαλικό ποταμό, δίνει πολλές ευκαιρίες οικιστικής ανάπτυξης στην περιοχή των Γιαννιτσών, αρκεί η πόλη να συνδεθεί και με δίκτυα σταθερής τροχιάς με τη συμπρωτεύουσα. Με δυο λόγια, η Πελλαία χώρα και ένας προαστιακός σιδηρόδρομος, θα μπορούσαν να γίνουν ισχυροί πόλοι τοπικής ανάπτυξης.
-
«Από ζωή έβριθε η Λίμνη. Ψάρια και χέλια, βατράχια και νερόφιδα κατά μυριάδες στα νερά της! Νερόκοτες, κουκλίκες όπως τις έλεγαν οι ντόπιοι, αγριόπαπιες, αγριόχηνες και άλλα πουλερικά, αγρίμια και αλεπούδες, κουνάβια, αγριόχοιροι, ακόμη και οι λύκοι που κατέβαιναν ως εκεί το χειμώνα, γέμιζαν τη λίμνη ψίθυρα, κακαρίσματα, πιπίσματα, τσιρίγματα, ουρλιάσματα, σουρσουρίσματα, μουρμούρες, κρότους, γνωστούς και αγνώστους, που πολλαπλασιάζονταν στα σιωπηρά νερά της, της έδιναν όψη μυστηριώδη.
Οι καλύβες της λίμνης ήταν φτιαγμένες με καλάμια και ξύλα. Ένας σκελετός από δοκάρια, μπηγμένα στο βυθό με σχήμα ορθογώνιο στενόμακρο. Ανάμεσα στα δοκάρια, στοιβαγμένα καλάμια και ξύλα, που ακουμπούσαν στο βυθό και υψώνονταν πάνω από τα ρηχά νερά, σχημάτιζαν το πάτωμα. Στη μέση ή την άκρη του πατώματος, άλλα δοκάρια υψώνονταν και γύρω τους καλάμια πλεγμένα με ψαθί και με ραγάζι, σχημάτιζαν τους τοίχους της καλύβας. Τα δοκάρια αυτά της καλύβας στήριζαν μια κωνική στέγη για να κυλά η βροχή και να μην πλημμυρίζει το εσωτερικό. Όπου τα νερά ήταν βαθιά, το πάτωμα αυτό θα έπρεπε να είναι πλωτό, δηλαδή πυκνό και λαφρύ, ώστε να επιπλέει και συνάμα αρκετά στερεό για να βαστάζει την καλύβα και άντρες. Τις μεταχειρίζονταν τις καλύβες αυτές οι ψαράδες της λίμνης για να φυλάγουν μέσα τα εργαλεία και τις τροφές τους. Επίσης, και να κοιμούνται όταν έμεναν τη νύχτα στη λίμνη.»
-
Ο Νέος Μυλότοπος
Ο Νέος Μυλότοπος είναι νεοϋδρυθέν χωριό. Το 1924 ήρθαν οι πρώτοι κάτοικοι, πρόσφυγες από την Μικρά Ασία, κυρίως από το χωριό Κιορούμτζε και την Ανατολική Θράκη. Το 1972 συνενώθηκε με τον παραδοσιακό οικισμό της Κρώμνης.
Ηρώο στην είσοδο του Νέου Μυλότοπου
Ο Νέος Μυλότοπος βρίσκεται μεταξύ της πόλης τωνΗρώο στην είσοδο του Νέου Μυλότοπου και του όρους Πάϊκου. Είναι χτισμένος σε αμφιθεατρική, ημιλοφώδη θέση. Η κλίση του εδάφους διαμορφώνει συνθήκες μειωμένης υγρασίας διοχετεύοντας το νερό στις νότιες λεκάνες. Παράλληκλα, το βουνό Πάικο προστατεύει από τους βόρειους ανέμους, τον Καρατζοβίτη και το Βαρδάρη. Δυτικά του χωριού βρίσκεται μικρό άλσος με πεύκα και ένα ακόμη βόρεια, στη θέση Πλατανάκια. Κατά τη μεταπολεμική περίοδο διαπιστώνεται πληθυσμιακή αύξηση ιδιαίτερα μετά τη εγκατάσταση των κατοίκων της ορεινής Κρώμνης. Στο χωριό υπάρχουν δύο εκκλησίες με έντονη φιλανθρωπική δραστηριότητα, μία Ορθόδοξη και μία Ευαγγελική, που έχτισαν οι πρόσφυγες κάτοικοι μετά την έλευση τους στη νέα πατρίδα. Λειτουργούν παιδικός σταθμός, νηπιαγωγείο, ολοήμερο δημοτικό σχολείο με οργανωμένη βιβλιοθήκη και γυμνάσιο.
Κύρια ασχολία των κατοίκων είναι η γεωργία. Ακολουθούν η κτηνοτροφία και ο επιχειρηματικός τομέας. Δραστηριοποιούνται τρεις συνεταιριστικές ομάδες (Αγροτικός Συνεταιρισμός Ν.Μυλοτόπου, Κοινοπραξία Παραγωγών Ν.Μυλοτόπου και ο Συνεταιρισμός «ΔΗΜΗΤΡΑ» ). Αξιοποιήσιμες καλλιέργειες είναι το ροδάκινο, το κεράσι, το βερίκοκο, το δαμάσκηνο, το ακτινίδιο, ο λωτός, το βαμβάκι, το καλαμπόκι, το παντζάρι, τα σιτηρά και τα οπωροκηπευτικά. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980 ο Νέος Μυλοτόπος ήταν μία από τις σημαντικότερες θέσεις καλλιέργειας καπνού.
Στα μέσα του 1950 οι κάτοικοι με εθελοντική εργασία και την συμπαράσταση κρατικών φορέων ιδρύουν το Μορφωτικό Σύλλογο Αγροτόπαιδων. Στη στέγη του φιλοξενείται σήμερα ο Πολιτιστικός Σύλλογος «Οι Καππαδόκες». Σήμερα ο σύλλογος αριθμεί 250 περίπου μέλη. Λειτουργούν τμήματα χορού, ζωγραφικής πηλοπλαστικής, ψηφιδωτού, χορωδίας και ξυλογλυπτικής. Η κύρια εκδήλωση του Συλλόγου λαμβάνει χώρα στις 26 Σεπτεμβρίου, ημέρα γιορτής της εκκλησίας του Ν. Μυλοτόπου αφιερωμένη στον Ιωάννη Θεολόγο. Στις εκδηλώσεις δίνεται έμφαση στη παραδοσιακή γαστρονομία, όπως το ιρικεφτέ, φτιαγμένο με πλιγούρι και φλομάρι συνοδευμένο με τοπικό κρασί και τσίπουρο. Ο σύλλογος οργανώνει ενημερωτικές ημερίδες και εκδρομές. Στο Νέο Μυλότοπο δραστηριοποιούνται δύο ποδοσφαιρικές ομάδες, ο Μέγας Αλέξανδρος και ο Κρωμνιακός, μια ακαδημία ποδοσφαίρου, ο Φυσιολατρικός Σύλλογος, ο Σύλλογος Φίλων του Αυτοκινήτου και δύο σύλλογοι αιμοδοσίας.
Παλαιός Μυλότοπος
Παλαιός Μυλότοπος. Η Εκκλησία της Αγίας Παρασκευής. Ο Παλαιός Μυλότοπος βρίσκεται δυτικά των Γιαννιτσών, ανάμεσα στα χωριά Νέος Μυλότοπος και Καρυώτισσα. Οι κάτοικοί του ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία.
Το 1918 αναγνωρίστηκε ως κοινότητα Βούδριστας, αλλά το 1922 καταργήθηκε και χαρακτηρίσθηκε οικισμός της Κοινότητας Γενιτσών (Γιαννιτσά). Το 1926 προσδιορίζεται ξανά ως ανεξάρτητη κοινότητα. Το 1927 η Βούδριστα μετονομάζεται σε Μυλότοπο ενώ το 1940, λίγο πρίν την έναρξη του πολέμου, αναγνωρίζονται οι οικισμοί Νέος και Παλαιός Μυλότοπος. Η κοινότητα καταργείται το 1997 προκειμένου να ενταχθεί στο νεοσύστατο Δήμο Κύρρου.
Παλαιός Μυλότοπος. Η Εκκλησία της Αγίας Παρασκευής.
Το παλαιό όνομα του χωριού ήταν Βόντριστα ή Βούδριστα. Η σημερινή ονομασία οφείλεται στους πολλούς νερόμυλους που λειτουργούσαν μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Στον Παλιό Μυλότοπου διατηρούνται δύο μεταβυζαντινές εκκλησίες: η Εκκλησία της Αγίας Παρασκευής (1756) και η Εκκλησία του Αγίου Αθανασίου (1800). Η κοινωνική/πολιτιστική ζωή αναπτύσσεται γύρω από τον τοπικό πολτιστικό σύλλογο, ο οποίος λειτουργεί τμήματα ζωγραφικής, ενόργανης γυμναστικής και μουσικής, τον αγροτικό συνεταιρισμό, την ποδοσφαιρική ομάδα που αγωνίζεται στην κατηγορία του ερασιτεχνικού πρωταθλήματος και το σύλλογο αιμοδοσίας. -
Το Δροσερό
Η παλιά ονομασία του χωριού ήταν “Ασάρ Μπέη”, που σημαίνει “Η κρεμάλα του Μπέη”. Σύμφωνα με την παράδοση, η ονομασία δόθηκε εξαιτίας της σκληρότητας του τοπικού Μπέη. Το κονάκι του βρισκόταν στην ανατολική πλευρά του χωριού κοντά στην παλαιά Εκκλησία του Αγίου Αθανασίου. Στην περιοχή του Δημοτικού Σχολείου υπήρχε μουσουλμανικό νεκροταφείο.
Μετά τη Συνθήκη της Λωζάνης εγκαταστάθηκαν στο χωριό πρόσφυγες από τα χωριά Ταϊφίρι της Ανατολικής Θράκης και Ηράκλειο Νικομήδειας της Μικράς Ασίας, ενώ το 1925 εγκαταστάθηκαν Βλάχοι. Λέγεται ότι το όνομα “Δροσερό” δόθηκε στο χωριό όταν κάποιοι διερχόμενοι ταξιδιώτες, που κάθισαν στην πλατεία να ξεκουραστούν, εξύμνησαν τον δροσερό αέρα που φυσούσε εκείνη την στιγμή. Μετά το 1912 λειτουργούσαν στο χωριό αστυνομικός σταθμός, ιατρείο και δημοτικό σχολείο.
Τα χρόνια του Εμφυλίου Πολέμου σημάδεψαν το Δροσερό. Το Φεβρουάριο του 1946 οι κάτοικοι αναγκάσθηκαν να το εγκαταλείψουν και εγκαταστάθηκαν στα γειτονικά χωριά και τα Γιαννιτσά. Στις 3-7-1947 κάηκε σχεδόν ολόκληρο το χωριό, εκτός από περίπου δέκα σπίτια και την εκκλησία. . Οι κάτοικοι επέστρεψαν το 1950 και το ξαναέχτισαν.
Το Γυψοχώρι
Το Γυψοχώρι, όπως μαρτυράται από την παλαιότητα της Εκκλησίας του Αγίου Αθανασίου (1851), είναι παλαιός οικισμός. Δυστυχώς, δεν υπάρχουν τεκμήρια για την ιστορία του. Κανείς δεν γνωρίζει με ακρίβεια πώς δόθηκε το όνομα “Γυψοχώρι”. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, το όνομα αποδίδεται στην κόρη του Μπέη της περιοχής, τη Γιουψάν. Αργότερα, ονομάστηκε Γιούψοβο. Στο σημείο όπου βρίσκεται σήμερα η πλατεία του χωριού, βρισκόταν το κονάκι του Μπέη. Ήταν ένα μεγάλο διώροφο κτίριο, το οποίο κατεδαφίστηκε στα μέσα του προηγούμενου αιώνα. Εικάζεται ότι υπήρχε και δεύτερο κονάκι στην είσοδο του χωριού.
Την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα, έντονη ήταν η συμμετοχή των κατοίκων. “Στα Μυστικά του Βάλτου”, το σημαντικότερο ιστορικό μυθιστόρημα της ελληνικής πεζογραφίας, αναφέρονται πολλά ονόματα Γυψοχωριτών αγωνιστών. Το 1928 εγκαταστάθηκαν στο χωριό Πόντιοι πρόσφυγες. Το 1951 συστήθηκε η κοινότητα Γυψοχωρίου με συνοικισμό το Τριφύλλι. Το 1977 η διοικητική οργάνωση αντιστράφηκε. Οι αρμοδιότητες μετατέθηκαν στο Τριφύλλι και δημιουργήθηκε η κοινότητα Τριφυλλίου με συνοικισμό το Γυψοχώρι.
Στις αρχές του προηγούμενου αιώνα το Τριφύλτσοβο, όπως ονομαζόταν, είχε ελάχιστα σπίτια και ήταν περιτριγυρισμένο από βάλτους. Οι περιοχές Τσαΐρα και Νησί, δυτικά του χωριού, αποτελούσαν το Ρουμάνι, με θαμνώδη βλάστηση και πηγές νερού. Στην ανατολική πλευρά του χωριού όπου ρέει ο ποταμός Μπαλίτζας, παλιά αναπτυσσόταν βάλτος με ποικιλία πανίδας. Μετά την αποξήρανση του, η γη μοιράστηκε στους κατοίκους και μέχρι σήμερα αποτελεί την πιο γόνιμη περιοχή της κοινότητας. Το 1922 ήρθαν πρόσφυγες από τον Πόντο και το 1924 από την Ανατολική Θράκη. Οι κάτοικοι ασχολούνταν με την κτηνοτροφία και την καλλιέργεια τριφυλλιού, σουσαμιού, καλαμποκιού, σιταριού, αμπελιών, μουριών και την παραγωγή κουκουλιών μεταξιού. Ο οικισμός υπαγόταν στην κοινότητα Δροσερού μέχρι το 1951, οπότε και περιήλθε στην κοινότητα Γυψοχωρίου. Το 1977 δημιουργήθηκε η κοινότητα Τριφυλλίου με οικισμό το Γυψοχώρι. Από το 1947, έτος που κάηκε το Δροσερό, ως το 1955 λειτούργησε στο Τριφύλλι ο Αστυνομικός Σταθμός Δροσερού. Τις δεκαετίες 1960 και 1970 ήταν έντονο το μεταναστευτικό κύμα των κατοίκων προς τη Γερμανία, τις Η.Π.Α. και την Αυστραλία.
-
Η Νέα Πέλλα
Η Νέα Πέλλα βρίσκεται σαράντα χιλιόμετρα δυτικά της Θεσσαλονίκης, στον οδικό άξονα Θεσσαλονίκης-Έδεσσας. Είναι ένα προσφυγικό χωριό, με άριστη ρυμοτομία. Άρχισε να οικοδομείται το 1925 από πρόσφυγες προερχόμενους από το Τσιφλίκοϊ της επαρχίας Τσατάλτζας στην Ανατολική Θράκη
Τα Άθυρα
Άθυρα. Η Εκκλησία Μεταμόρφωσης Σωτήρος. Τα Άθυρα είναι ένα πεδινό χωριό 603 οικογενειών. Βρίσκεται στα ανατολικά όρια του Νομού Πέλλας, σε υψόμετρο 30 μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας. Η έκταση του είναι 26 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Το χωριό συνδέεται με τη Θεσσαλονίκη με αστική συγκοινωνία.
Το Πλατανόρεμα, ένα μικρό ποτάμι που πηγάζει από το όρος Πάικο, καθώς ρέει προς τη θάλασσα, διασχίζει την αγροτική περιοχή των Αθύρων.
Ιστορία
Το παλιό όνομα του χωριού ήταν “Μπόζετς” (η λέξη “μπάζε” σημαίνει Θεέ μου). Το 1926 μετονομάσθηκαν σε Άθυρα από την ομώνυμη θέση της Ανατολικής Θράκης. Το οθωμανικό όνομα ήταν “Μπουγιούκ Τσεκμετζέ” ή απλά “Τσεκμετζέ”. Από τον Τσεκμετζέ (Αθυρα) κατάγονται οι “Τσεκμετζελιώτες” των Αθύρων.Μπόζετς και Μποζιτσιανοί
Στη διάρκεια του Μακεδόνικου Αγώνα οι Μποζιτσιανοί δεν έμειναν “με σταυρωμένα τα χέρια”. Με μπροστάρηδες τον ιερέα του χωριού Παπα-Δημήτρη Οικονόμου και τη δασκάλα Ευθαλία, αντέδρασαν ενάντια στους Εξαρχικούς κομιτατζήδες. Ενημέρωσαν την ελληνική κυβέρνηση και τον ελληνικό λαό της ελεύθερης Ελλάδας, της Κρήτης και της Κύπρου. Δημιούργησαν “Επιτροπή Άμυνας Μπόζετς”, που εντάχτηκε στην περιφερειακή “Επιτροπή Άμυνας Γιαννιτσών”. Οι Κομιτατζήδες δολοφόνησαν τους Μποζιτσιανούς Μακεδονομάχους Θεόδωρο Οικονόμου (Παπαδημητρίου), Άγγελο Γιάντση, Λάζαρο Δήμτσα, Θεόδωρο Σαμαρά, Γιάννο Δήμτσα και Γιάννη Καρζάκη.Ο ελληνικός στρατός εισήλθε στο “Μπόζετς” στις 22 Οκτωβρίου 1912, δύο η μέρες μετά τη Μάχη των Γιαννιτσών.
Οι Πρόσφυγες
Στην περίοδο 1923-1926 οι Μποζιτσιανοί, γεννημένοι σ’ αυτή τη γη (γηγενείς) και ριζωμένοι σ’ αυτόν τον τόπο (εντόπιοι ή ντόπιοι), υποδέχτηκαν με κατανόηση, συμπόνοια και ανθρωπιά τους πρόσφυγες. Οι πρόσφυγες των Αθύρων ήρθαν από την Ανατολική Θράκη και τον Πόντο. Συγκεκριμένα ήρθαν: α. Από τα Άθυρα, το Γαρδά και το Κάλλιο (ή Καλλιώ) της περιοχής Κωνσταντινούπολης – Μέτρων (Τσατάλτζας). β. Από το Νεοχώρι της χερσονήσου Καλλιπόλεως , γ. Από το “Κιουπλί” Έβρου και δ. Από το “Κουλίκ” του “Άκνταγ Ματέν” του Πόντου. Στη δεκαετία 1948 -1958 εγκαταστάθηκαν στα Άθυρα οι έξι μεγάλες οικογένειες Σαρακατσάνων.Τα Άθυρα σήμερα
Η πολιτιστική και κοινωνική ζωή αναπτύσσονται γύρω από τον τοπικό πολιτιστικό σύλλογο, ο οποίος έχει οργανώσει πέντε χορευτικά τμήματα, τμήμα μουσικής, τμήμα θεάτρου, λειτουργεί τράπεζα αίματος, αναπαριστά λαϊκά έθιμα. Συμμετέχει ενεργά στη διοργάνωση του κύκλου τριήμερων εκδηλώσεων “Αθυριώτικα” (26-28/7). Από τα Άθυρα κατάγεται ο Πέτρος Δ. Θεοχαρίδης, συγγραφέας του βιβλίου “ΑΘΥΡΑ ΚΑΙ ΑΘΥΡΙΩΤΕΣ” (ΔΡΑΜΑΤΑ ΚΑΙ ΘΑΜΑΤΑ ΣΤΟΝ 20ο ΑΙΩΝΑ) και βραβευμένος από την Ακαδημία Αθηνών. -
Τα Γιαννιτσά είναι η μεγαλύτερη πόλη του Νομού Πέλλας με 29.789 κατοίκους (2011) και ανήκει στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας. Είναι η πρωτεύουσα του διευρυμένου Καλλικρατικού Δήμου Πέλλας των 63.122 κατοίκων που δημιουργήθηκε από την ένωση των πρώην Δήμων Γιαννιτσών, Πέλλας, Κύρρου, Μεγάλου Αλεξάνδρου και Κρύας Βρύσης. Βρίσκονται επί της ιστορικής Εγνατίας Οδού στο κέντρο της Μακεδονίας, σε υψόμετρο 40 μ., ανάμεσα στο όρος Πάικο και στον Κάμπο των Γιαννιτσών, βόρεια της περιοχής της αποξεραμένης λίμνης των Γιαννιτσών.
Η πρώην ρηχή, βαλτώδης, και μεταβλητού μεγέθους λίμνη των Γιαννιτσών ή λίμνη Λουδία, νότια της πόλης, αποξηράνθηκε το 1928-1932 από την εταιρία New York Company Foundation. Όχι πολύ μακριά από την πόλη (7 χλμ.) βρίσκονται τα ερείπια της αρχαίας Πέλλας, γενέτειρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου και πρωτεύουσα της αρχαίας Μακεδονίας. Παρά την κοντινή απόσταση με τη Θεσσαλονίκη (48 χ.μ.) η πόλη κατάφερε να αναπτύξει το δικό της αυτόνομο χαρακτήρα και να εξελιχθεί ως το σημαντικότερο οικονομικό, εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο του Νομού Πέλλας.
Το 1924-1925 αναχώρησαν για την Τουρκία όσοι Τούρκοι είχαν απομείνει, ενώ οι σλαβόφωνοι εξαρχικοί αποσύρθηκαν στην Βουλγαρία. Στην ίδια περίοδο συντελέσθηκε η εγκατάσταση στην πόλη και τα χωριά της περιοχής, Ελλήνων από τη Θράκη και την Ανατολική Ρωμυλία, όπως και από τον Πόντο και τον Καύκασο. Σήμερα, η πόλη εξελίσσεται πνευματικά και πολιτιστικά, παράλληλα με την οικονομική της πρόοδο.
Το Ελευθεροχώρι
Το Ελευθεροχώρι Βρίσκεται στις υπώρειες του όρους Πάικο.
Αξιοθέατα-Αρχαιολογικοί χώροι και Μουσεία
-
Κατά τη σωστική ανασκαφική έρευνα του έτους 2008 στο Δυτικό νεκροταφείο του Αρχοντικού Πέλλας υπό τη διεύθυνση των αρχαιολόγων της ΙΖ΄ ΕΠΚΑ Παύλου και Αναστασίας Χρυσοστόμου ήρθαν στο φως ακόμα σαράντα τρεις τάφοι από τους οποίους οι τέσσερις ήταν της εποχής του σιδήρου (β΄ μισό του 7ουαι.-580 π.Χ.), οι τριάντα μία ταφές των αρχαϊκών χρόνων (580-480 π.Χ.) και οι οκτώ των κλασικών-πρώιμων ελληνιστικών χρόνων (480-279 π.Χ.). Από τις ταφές των κλασικών και πρώιμων ελληνιστικών χρόνων εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είναι αυτή του κοριτσιού του πρώιμου ελληνιστικού τάφου Τ 714, που συνοδευόταν με χάλκινο επίχρυσο στεφάνι, τρία πήλινα αγγεία, ένα χάλκινο κάνθαρο και μια μοναδική πήλινη κεφαλή φυσικού μεγέθους της νεκρής, εξαιρετικής τέχνης.
Οι αρχαϊκές ταφές. Το χάλκινο κράνος, το χρυσό «εποφθάλμιο» και το χρυσό επιστήθιο. Οι αρχαϊκές ταφές
Από τις αρχαϊκές ταφές οι είκοσι ήταν ανδρικές και οι έντεκα γυναικείες. Πέντε από τις ανδρικές ταφές ανήκαν στην πρώτη κατηγορία των πολεμιστών, οκτώ στη δεύτερη και εφτά στην τρίτη. Από τις ανδρικές ταφές ξεχωρίζουν οι εφτά της τρίτης κατηγορίας των πολεμιστών, που συνοδεύονταν με χάλκινο κράνος, σιδερένια όπλα (ξίφος, δύο αιχμές δοράτων και μαχαίρι), χρυσά, αργυρά, χάλκινα και σιδερένια κοσμήματα («εποφθάλμια», επιστόμια, επιστήθια, περόνες, δακτυλίδια, ταινίες και ελάσματα), σιδερένια ομοιώματα αγροτικής άμαξας, επίπλων, οβελών και κρατευτών, πήλινα ειδώλια θεοτήτων, συμποσιαστών, ζώων και πουλιών, καθώς και πήλινα και χάλκινα αγγεία.Ξεχωριστές για τον πλούτο τους είναι δύο γυναικείες ταφές της τρίτης κατηγορίας, που ήταν κτερισμένες με χρυσά, αργυρά, χάλκινα και σιδερένια κοσμήματα (διαδήματα, ρόδακες, σφηκωτήρες, ενώτια, επιστόμια, περιδέραια, περίαπτα, περόνες, δακτυλίδια, ταινίες και ελάσματα, γυάλινες, πήλινες και φαγεντιανές χάντρες, σιδερένια μαχαίρια, σιδερένια ομοιώματα αγροτικής άμαξας, πήλινα ειδώλια, καθώς και πήλινα, φαγεντιανά και χάλκινα αγγεία.
Από τα χρυσά επιστόμια και ελάσματα των αρχαϊκών ταφών ενδιαφέροντα είναι αυτά με παραστάσεις όρθιων εραλδικών λιονταριών, ζώων που συμβολίζουν τη βασιλική δύναμη και εξουσία. Από τα άλλα κτερίσματα ενδιαφέροντα είναι οι μελανόμορφοι κορινθιακοί κρατήρες, αλλά και οι αττικίζοντες κρατήρες με ζώα και πουλιά (προϊόντα μαζικής παραγωγής των μέσων του 6ου αι. π.Χ. ενός εργαστηρίου της Χαλκιδικής, που μιμείται έργα του εργαστηρίου του Λυδού), καθώς και οι μελανόμορφες αττικές κύλικες (με ιππείς και πουλιά, ιππείς και νέους, διονυσιακές σκηνές).
Τα αποτελέσματα της ανασκαφής 2000-2008
Οι ταφές που ερευνήθηκαν στο Δυτικό νεκροταφείο κατά την περίοδο 2000-2008 σε μια έκταση δέκα στρεμμάτων (το 5% της συνολικής έκτασής του) ανέρχονται στις εννιακόσιες δεκαπέντε. Από αυτές οι διακόσιες τριάντα μία είναι της ύστερης εποχής του σιδήρου, οι τετρακόσιες σαράντα μία των αρχαϊκών χρόνων και οι διακόσιες τριάντα έξη των κλασικών και των πρώιμων ελληνιστικών χρόνων, ενώ άλλες εφτά θεωρούνται αδιάγνωστες. Η αναλογία των ταφών και το είδος των ευρημάτων υποδηλώνουν τη δημογραφική και οικονομική ακμή του οικισμού κυρίως κατά τα αρχαϊκά χρόνια. Οι νεκροί ενταφιάζονταν σε λακκοειδείς κυρίως τάφους κατά οικογενειακές συστάδες και γένη, που ορίζονταν από ενδιάμεσα κενά και εξυπηρετούνταν από δρόμους. Οι συστάδες περιλάμβαναν διαχρονικές ταφές των ίδιων κοινωνικών ομάδων, που χρονολογούνται από την ύστερη εποχή του σιδήρου έως και τα πρώιμα ελληνιστικά χρόνια (7ος-279 π.Χ.). Οι συστάδες διαφοροποιούνται μεταξύ τους όχι μόνο ως προς τον πλούτο ή την ένδεια των κτερισμάτων, αλλά και προς το είδος, τον αριθμό και την υπεροχή ή όχι των εγχώριων ή επείσακτων αντικειμένων. Η διαφοροποίηση στα μεγέθη των ορυγμάτων των αρχαϊκών τάφων συνδυάζεται και με σημαντικότερη κτέριση των νεκρών, που ήταν τοποθετημένοι εκτάδην σε ξύλινες σαρκοφάγους. Οι ταφές των επιφανών νεκρών συνήθως προστατεύονταν με φράγματα λίθων. Oι πρωτογενείς ή δευτερογενείς καύσεις και οι εγχυτρισμοί, καθώς και οι ανακομιδές είναι περιορισμένες, ενώ σπάνια παρατηρούνται διπλές ταφές. Οι γυναίκες ήταν θαμμένες με την κεφαλή στα ανατολικά, στα βόρεια ή στα νότια (ποτέ στα δυτικά), ενώ οι άνδρες με την κεφαλή στα δυτικά, στα βόρεια ή στα νότια (ποτέ στα ανατολικά).Οι ανδρικές ταφές
Οι ανδρικές ταφές. Το χρυσό προσωπείο και το χάλκινο κράνος του πολεμιστή του τάφου. Στις ανδρικές ταφές κυριαρχεί η σιδηροφορία, γνωστή επίσης κατά το ίδιο χρονικό διάστημα στους Ηπειρώτες και στους Θεσσαλούς. Οι διαφοροποιήσεις στον αριθμό των όπλων, αλλά και των υπολοίπων κτερισμάτων, κατατάσσουν τις ένοπλες ταφές σε τέσσερις κατηγορίες: Στην πρώτη κατηγορία εντάσσονται οι πολεμιστές με λόγχες και μαχαίρια, οι οποίοι κτερίζονται επιπλέον με πήλινα αγγεία. Στη δεύτερη κατηγορία, στις λόγχες και τα μαχαίρια προστίθεται το ξίφος και εκτός από τα πήλινα αγγεία συμποσίου και αρωμάτων σε μεμονωμένα παραδείγματα εμφανίζονται πήλινα ειδώλια και χάλκινα αγγεία (φιάλη, λέβητας και οινοχόη) και κοσμήματα, που είναι συνήθως περόνες χάλκινες ή σιδερένιες, καθώς και χρυσά επιστόμια. Στην τρίτη κατηγορία, εκτός από την αυξημένη ποσοτική παρουσία κτερισμάτων κάθε κατηγορίας, ο πολεμιστής συνοδευόταν επιπλέον με χάλκινο κράνος και χρυσό επιστόμιο. Μερικοί έφεραν χρυσά «εποφθάλμια» και μόνο τρεις χρυσό στέμμα. Τα όπλα, ο δερμάτινος θώρακας, τα ενδύματα και τα υποδήματα των πολεμιστών ποικίλλονταν με έκτυπα χρυσά ελάσματα, ειδικά κατασκευασμένα για την ταφική χρήση. Οι ανδρικές ταφές της τέταρτης κατηγορίας (πρόκειται για υψηλόβαθμους στρατιωτικούς αξιωματούχους) συνοδεύονταν με πλήρη αμυντικό και επιθετικό εξοπλισμό (ασπίδα, κράνος, ξίφος ή ξίφη, αιχμές δοράτων και μαχαίρια). Εκτός των άλλων πολυπληθών κτερισμάτων συνοδεύονταν με χρυσό προσωπείο
Οι γυναικείες ταφές
Οι αρχαϊκές ταφές. Τα χρυσά κοσμήματα της Δέσποινας του τάφου Τ 712. Οι πλούσιες γυναίκες έφεραν χρυσά στέμματα ή χρυσά, δερμάτινα ή υφασμάτινα με επικολλημένους χρυσούς ρόδακες ταινιωτά διαδήματα, χρυσoύς σφηκωτήρες, χρυσές «σύριγγες», χρυσά ενώτια (ταινιωτά με άνθος στο άκρο τους ή αργυρά σχήματος ωμέγα), καθώς και χρυσά προσωπεία. Το στόμα των γυναικών καλυπτόταν με χρυσό επιστόμιο, στις περιπτώσεις που δεν υπήρχε προσωπείο. Σε μερικές ταφές, η παρουσία του χρυσού επιστομίου, αλλά και του χρυσού ομοιώματος οφθαλμών με διακόσμηση οφθαλμών ή ροδάκων επιβεβαιώνουν ότι αυτά υποκαθιστούσαν τα προσωπεία. Τα περιδέραια στις πλούσιες ταφές κατασκευάζονται από χρυσές, αργυρές, κεχριμπαρένιες, φαγεντιανές ή γυάλινες χάντρες. Τα χρυσά ή αργυρά περίαπτα είναι σφαιρικά, κωνικά, κυλινδρικά, πυραμιδωτά, αγγειόσχημα κτλ. Τα ενδύματα διακοσμούνταν με χρυσά, αργυρά, χάλκινα, σιδερένια και οστέινα κοσμήματα (αλυσίδες, περόνες, πόρπες, ρόδακες, ταινίες και ελάσματα), με γυάλινες και φαγεντιανές χάντρες, τα χέρια με βραχιόλια και δακτυλίδια, ενώ τα υποδήματα χρυσούς ρόδακες και ελάσματα.
Τύποι εγχώριοι, αλλά και ιωνικοί, σαμιακοί, ροδιακοί και άλλων εργαστηρίων εκπροσωπούνται στο μεγάλο αριθμό των πήλινων ειδωλίων (θεοτήτων, ανδρικών και γυναικείων μορφών, σειρήνων, ζώων και πουλιών). Τα φαγεντιανά ειδώλια (θεοτήτων, ανθρώπινων μορφών και ζώων), αλλά και τα γυάλινα αγγεία είναι ροδιακής ή ανατολικής προέλευσης. Τα πήλινα αγγεία, παλαιά σχήματα, όπως οι πρόχοι, οι κανθαροειδείς κοτύλες και οι οινοχόες εμφανίζονται συχνά, και γενικότερα ιδιαίτερη δυναμική εμφανίζει η εγχώρια κεραμική και σε άλλα σχήματα (λέβητες, κρατήρες, υδρίες, πρόχοι, λεκάνες, κάνθαροι, κύπελλα, εξάλειπτρα, καρχήσια και άλλα). Μεγάλος αριθμός αγγείων έχει εισαχθεί από τα νησιά του Αιγαίου και των παραλιακών μικρασιατικών πόλεων (συμποτικά αγγεία, όπως κρατήρες, αμφορείς, οινοχόες, μπούκερο οινοχοϊσκες, κύλικες και φιάλες, ιωνικές κύλικες, χιακοί κάλυκες, αγγεία για αρώματα, όπως αρύβαλλοι, εξάλειπτρα, αλάβαστρα κ.ά.). Μελανόμορφοι αττικίζοντες αμφορείς και κρατήρες με ζώα και πουλιά ή με φυτική διακόσμηση είναι προϊόντα εργαστηρίων της Χαλκιδικής. Πολυπληθή είναι τα αγγεία από την Αθήνα (αμφορείς και αμφορίσκοι, αλάβαστρα, κύλικες, σκύφοι, καρποδόχοι, λεκανίδες, λήκυθοι, πλημοχόες, οινοχόες και οινοχοϊσκες, υδρίσκες κ.ά.) και την Κόρινθο (κρατήρες, κοτύλες, εξάλειπτρα, αμφορίσκοι, αρύβαλλοι, οινοχόες, πυξίδες κ.ά.). Τα χάλκινα αγγεία (λέβητες, οινοχόες, πρόχοι, εξάλειπτρα, υδρίες, κάνθαροι, κύλικες, λεκανίδες, πυξίδες, φιάλες και σκύφοι) είναι κατασκευασμένα από περιοδεύοντες τεχνίτες ή εισαγμένα από την Κόρινθο. Εξαιρετικής τέχνης είναι οι επίχρυσες αργυρές ομφαλωτές φιάλες, αλλά και οι χάλκινες επάργυρες. Τα μεταλλικά ομοιώματα επίπλων, σκευών και αγροτικών αμαξών (οι δίτροχες στους άνδρες και οι τετράτροχες στις γυναίκες) συναντώνται στις πλούσιες ταφές της τρίτης και της τέταρτης κατηγορίας, όπως τα μαχαίρια και οι «μίτρες». Η ισχυρή πίστη για τη μεταθανάτια ζωή και την αναγέννηση βρίσκεται πίσω από την ταφική χρήση των χρυσών προσωπείων, των στεμμάτων, των διαδημάτων, των «εποφθαλμίων», των επιστομίων, των χειροκτίων, των ταινιών και των ελασμάτων, καθώς και των άλλων κτερισμάτων.
Το είδος, η ποσότητα και η ποιότητα των κτερισμάτων πιστοποιούν τα ταφικά έθιμα, το φύλο, τις οικονομικές δυνατότητες και την κοινωνική θέση των νεκρών. Αποτελούν δηλαδή τεκμήρια υψηλού βιοτικού επιπέδου και προσωπικού-κοινωνικού κύρους. Ο νεκρός ενταφιάζεται βάσει ενός τελετουργικού, που πιστοποιεί πυραμιδωτή κοινωνική οργάνωση. Ορισμένοι πολεμιστές εντυπωσιάζουν με τα σύμβολα της υπεροχής τους και την τεχνολογία του οπλισμού τους, αποτελώντας εξαιρετικά παραδείγματα ταφών της αρχαϊκής περιόδου στο μακεδονικό χώρο, που μαζί με τις πλούσιες γυναικείες υποδεικνύουν τον ηρωικό χαρακτήρα και τον ηγετικό ρόλο ορισμένων οικογενειών της στρατιωτικής αριστοκρατίας του Αρχοντικού, που ήλεγχαν και ρύθμιζαν την ανταλλαγή των αγαθών, ασκώντας ένας είδος οικονομικής εξουσίας, ικανής να αποδώσει εξαιρετικά πλούσια αγαθά πολιτισμού.
;
Ο οικισμός του Αρχοντικού, που βρίσκεται σε απόσταση 5 χλμ. από την Πέλλα και 10 χλμ. από τον Αξιό, κατοικείται από την αρχαιότερη νεολιθική περίοδο (6η χιλιετία) έως και τα υστεροβυζαντινά χρόνια (14ος αι.). Κατά τη διάρκεια των προϊστορικών και των ιστορικών χρόνων έως και το τέλος του 5ου αι. π.Χ., όταν η Πέλλα επιλέχθηκε από τον βασιλιά Αρχέλαο (τέλος 5ου αι. π.Χ.) ως νέα πρωτεύουσα της Μακεδονίας, αποτελούσε τη σημαντικότερη πόλη της βόρειας Βοττιαίας (περιοχή μεταξύ των ποταμών Αξιού και Λουδία). Το αστικό αυτό κέντρο, το όνομα του οποίου δεν έχει ακόμα πιστοποιηθεί επιγραφικά, ήταν ιδρυμένο στο μέσο της εύφορης περιοχής της βόρειας Βοττιαίας (της χώρας των βουκόλων), πάνω στο σταυροδρόμι των βασικών οδικών αξόνων της Κάτω Μακεδονίας και κοντά στην τότε ακτογραμμή του Θερμαϊκού Κόλπου, αποτελώντας νευραλγικό σημείο ελέγχου και ορμητήριο των Αργεάδων Μακεδόνων με επικεφαλής τους Τημενίδες. Η χρονολόγηση των παλαιότερων τάφων των ταφικών συστάδων του δυτικού νεκροταφείου του Αρχοντικού πιστοποιεί ότι η εγκατάσταση των Μακεδόνων στην περιοχή είχε γίνει ήδη στο β΄ μισό του 7ου π.Χ. Οι παλαιότεροι αρχαϊκοί τάφοι των νεκροταφείων του Αρχοντικού και των άλλων αστικών κέντρων (Αιγών, Βέροιας, Μίεζας, Έδεσσας) της Κάτω Μακεδονίας με προϊόντα τέχνης από τη Χαλκιδική, τη νότια Ελλάδα, τα νησιά του Αιγαίου και την Ιωνία χρονολογούνται γύρω στο 580 π.Χ. Υπάρχει δηλαδή άνοιγμα της μακεδονικής αγοράς και της οικονομίας από την αρχή της βασιλείας του Αλκέτα, πατέρα του Αμύντα Α΄. Μετά από αυτό το χρονικό όριο επιβεβαιώνεται η πρόσβαση του πληθυσμού σε σταθερά μεγάλες ποσότητες ειδών πολυτελείας και πρώτων υλών, πιστοποιώντας την ανάπτυξη στη μακεδονική κοινωνία πολυσύνθετων μορφών οργάνωσης. Η απόκτηση τέτοιων αγαθών προϋποθέτει πρόσβαση σε νέες πηγές πλούτου (εδάφη, μεταλλεία, εμπόριο κτλ.), παραγωγή πλεοναζόντων προϊόντων και πολιτική οργάνωση με την ενίσχυση και εδραίωση της δυναστείας των Τημενιδών. Η πρώιμη επέκταση των Μακεδόνων (από το 650 π.Χ. και μετά), οφείλεται στη στρατιωτική οργάνωση της μακεδονικής κοινωνίας και κατά συνέπεια της δημιουργίας του πυρήνα του εθνικού στρατού («της εταιρικής ίππου, της οπλιτικής φάλαγγας και του ψιλού πεζικού»).Το κείμενο και οι φωτογραφίες προέρχονται από το δελτίο τύπου του Υπουργείου Πολιτισμού στις 10.09.2008
-
Το Μαυσωλείο του Γαζή Εβρενός 15ος αιώνας Ο Γαζή Εβρενός, ο σημαντικός Μπέης και στρατηλάτης της οθωμανικής ιστορίας πέθανε στις 17 Νοεμβρίου 1417 και ετάφη σε αυτό το μαυσωλείο, το οποίο κατέστη τόπος προσκυνήματος για τους Μουσουλμάνους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Παράλληλα, λειτούργησε και ως τόπος προσευχής, μία συνήθης ισλαμική πρακτική σε μαυσωλεία σημαντικών προσώπων στους οποίους αποδίδονταν ιδιότητες αγιοσύνης.
«Απεβίωσε και μετέβη από την εφήμερη στην μόνιμη κατοικία του / ο αποδέκτης του ελέους και της συγχώρεσης, ο μάρτυρας, ο βασιλιάς των Γαζήδων και των μαχητών της πίστης / αυτός που συνέτριψε τους άπιστους και τους πολυθεϊστές, αυτός που επισκέφθηκε τον ιερό οίκο του Θεού, / αυτός που εκτέλεσε την περιστροφή γύρω από την Κάαμπα, ο Χατζής Εβρενός γιος του Ίσα / είθε ο Θεός να φωτίζει τον τάφο του και να ευωδιάζει η σωρός του και το έλεος και η ευαρέσκεια του παντοδύναμου Θεού, να είναι μαζί του, / την ημέρα Τετάρτη την έβδομη / του μήνα Shevval κατά το έτος 820 της Εγίρας»
Αυτό το κατάφωτο, λαμπρό μαυσωλείο επισκέφθηκε το 1668 ο Εβλιγιά Τσελεμπή, ο οποίος μας κληροδότησε μία εξαιρετική περιγραφή τόσο του μνημείου, όσο κα της πόλης. Μέσα στους αιώνες υπέστη παρεμβάσεις και επεκτάσεις. Μετά το 17ο αιώνα επεκτείνεται προς το νότο και αποκτά ορθογώνια κάτοψη ενώ πιθανότατα κατά το β’ μισό του 19ου αιώνα μία νέα οικοδομική φάση θα διαμορφώσει τη σύγχρονη, σε σχήμα Τ, κάτοψη.
Οι τελευταίες επισκευαστικές εργασίες πραγματοποιήθηκαν λίγο πριν την έναρξη των Βαλκανικών Πολέμων και επιβεβαιώνονται από την μαρμάρινη εντοιχισμένη επιγραφή της πρόσοψης.
Σύμφωνα με γραπτές μαρτυρίες στο μαυσωλείο εκτός από το Γαζή Εβρενός ήταν θαμμένα πέντε με έξι μέλη της οικογένειας του. Κατά τις εργασίες αναστήλωσης αποκαλύφθηκε στο ΒΔ τμήμα ένας υπόγειος τάφος, ο οποίος κατά πάσα πιθανότητα ανήκει στο σημαντικό στρατηλάτη.
Επισκεφθείτε το Μαυσωλείο του Γαζή Εβρενός
Το μνημείο είναι ανοιχτό προς το κοινό κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή από τις 10 π.μ. ως τις 5 μ.μ.. Το τρέχον διάστημα φιλοξενεί την έκθεση “Edward Lear-Η περιήγηση ενός βικτωριανού καλλιτέχνη στην περιοχή των Γιαννιτσών”. Παρουσιάζει 14 τοπιογραφίες (σε αντίγραφα) του βικτωριανού καλλιτέχνη Edward Lear. Τις φιλοτέχνησε κατά την περιήγηση του στην περιοχή των Γιαννιτσών από τις 13 έως τις 16 Σεπτεμβρίου 1848. Το εικαστικό υλικό προέρχεται από το αρχείο της Βιβλιοθήκης Houghton του Πανεπιστημίου Harvard και παραχωρήθηκε για την οργάνωση της συγκεκριμένης έκθεσης. Τα συνοδευτικά κείμενα είναι αποσπάσματα του περιηγητικού βιβλίου του ιδίου, με τίτλο “Journals of a landscape painter in Albania”.
Στις 9 Σεπτεμβρίου 1848 ο Edward Lear αναχώρησε από την Κωνσταντινούπολη με προορισμό τις πόλεις της Αλβανίας και της Ηπείρου. Η επιθυμία της περιήγησης δεν ήταν αδοκίμαστη, ούτε συγκυριακή. Όλη του η ζωή ήταν ένα ταξίδι, μία επικαλυμμένη διαφυγή από την υποκρισία της βικτωριανής κοινωνίας, εκεί όπου η επιληπτική νόσος, που τον ταλαιπωρούσε, ήταν μόνο ύποπτη εκτροπή. Γι’ αυτό και στις περιηγήσεις αναζητούσε αγωνιωδώς την ανακουφιστική ομορφιά της φύσης και των γραφικών ανθρώπων. Στις 11 Σεπτεμβρίου 1848 έφθασε με το αυστριακό ατμόπλοιο Ferdinando στη Θεσσαλονίκη. Το νέο, μηχανοκίνητο μέσο είχε μειώσει σχεδόν στο μισό το χρόνο του ταξιδιού και εξασφάλιζε συνεπή άφιξη. Η παραμονή του όμως στην πόλη ήταν σύντομη. Η επιδημική ασθένεια, που εξαπλωνόταν, επέτεινε την απόφαση της αναχώρησης. Δύο μέρες αργότερα, ξεκίνησε με το δραγουμάνο (διερμηνέα) του και έναν ουλάκ (κρατικό αγγελιοφόρο) για την Αλβανία. Ταξίδεψε μέσω της Οδού Sol-Kol (αριστερή πτέρυγα), η οποία αναπτυσσόταν βάσει της Εγνατίας Οδού και συνέθετε έναν από τους τρεις βασικούς οδικούς άξονες των Βαλκανίων.
Πρώτη στάση του ταξιδιού ήταν στη Γέφυρα του Αξιού ποταμού. Όσο ο Τζώρτζιο, ο δραγουμάνος ετοίμαζε το γεύμα, βρήκε την ευκαιρία να αποτυπώσει το τοπίο και τους ταξιδιώτες με τα τουρμπάνια, που είχαν σταθμεύσει στο χάνι του Βαρδάρη. Ακολούθως, διέσχισε την Πέλλα, όπου παρατήρησε τους τύμβους. Ο Edward Lear δεν αποτύπωσε ζωγραφικά τα λιγοστά αρχιτεκτονικά λείψανα της αρχαίας πόλης. Έσπευσε προς τη Γενιτζέ Βαρδάρ (Γιαννιτσά), εκεί που τα αστικά χάνια και το βακούφι του Γαζή Εβρενός εξασφάλιζαν ασφαλή διανυκτέρευση. Προσεγγίζοντας την διέκρινε τους ακτινοβόλους μιναρέδες. Η εικόνα της οθωμανικής πόλης τον γοήτευσε και επιδόθηκε στην αποτύπωση της. Το ίδιο έπραξε την επόμενη μέρα κατά τις περιπατητικές διαδρομές στις γειτονιές. Η σύντομη επαφή με τους κατοίκους της Γενιτζέ ήταν καλοταίριαστη και αναχώρησε με εξέχουσες εντυπώσεις. Επόμενη στάση και εικαστικό θέμα ήταν το αγροτικό χάνι του Αρναουτλίκ (ή Durt-Armud, σημ. Άγιος Γεώργιος Δήμου Πέλλας), την τελευταία, οργανωμένη ανάπαυλα του ταξιδιώτη πριν την άφιξη στην Έδεσσα ή την πεδιάδα της Καρατζόβας.
Το απόγευμα της 14ης Σεπτεμβρίου 1848 έφθασε στα Βοδενά (Έδεσσα) και διανυκτέρευσε στο σπίτι ενός Έλληνα εμπόρου. Κατά την παραμονή του αποτύπωσε ζωγραφικά το Λόγγο, το κέντρο της πόλης και τα περίχωρα. Ο Edward Lear προσέγγισε τους κατοίκους των Βοδενών με τις συνήθεις, ακραιφνείς προθέσεις του. Και αυτή η καλόγνωμη και συγκαταβατική στάση του είναι που τον διαφοροποιεί από τους Ευρωπαίους περιηγητές. Δεν ασπάζεται την αντίληψη της αποστασιοποιημένης δυτικής ανωτερότητας προς τους αδαείς οθωμανικούς πληθυσμούς αλλά απολαμβάνει την εικαστική πληρότητα, που το ταξίδι προσφέρει. Στη συνέχεια, διανυκτέρευσε στο μικρό και επισφαλές χάνι του Οστρόβου (Άρνισσα). Το ομιχλώδες τοπίο ανακάλεσε εικόνες και μνήμες από την περιοχή των λιμνών (Lake District) στη βορειοδυτική Αγγλία. Και συνέχισε για το Μοναστήρι. Το πέρασμα του Edward Lear από τα Γιαννιτσά, οι περιηγητικές και εικαστικές περιγραφές του μαρτυρούν την ιδιαίτερη ομορφιά της περιοχής κατά το 19ο αιώνα, εκθέτουν έμμεσα τις σύγχρονες απώλειες στην αρχιτεκτονική παράδοση και επαναφέρουν την ανάγκη διατήρησης των απτών και των άυλων στοιχείων της πολιτιστικής κληρονομιάς.
-
Τα Λουτρά του Γαζή Εβρενός 14ος αιώνας. Κατά τη δεκαετία του 1380 ο Γαζή Εβρενός ίδρυσε την αγαπημένη του πόλη, τη Νέα Πόλη του Αξιού, τη Γενιτζέ-Βαρδάρ. Την κόσμησε με σημαντικά δημόσια κτήρια όπως το μεντρεσέ (ιεροδιδασκαλείο), το καραβάν-σεράι που πρόσφερε τροφή και στέγη στους ταξιδιώτες της Sol-Kol (Εγνατίας Οδού), το ιμαρέτ για τους φτωχούς, το μεσκίτ (μικρό τζαμί) για την καθημερινή προσευχή, το καμίι (μεγάλο τζαμί) για την προσευχή της Παρασκευής και τα Λουτρά. Ο Γαζή Εβρενός ή αλλιώς ο Γαζή Μπάμπα όπως τον αποκαλούσαν για αιώνες οι κάτοικοι, γίνεται ο γενάρχης της οθωμανικής οικογένειας των Εβρενός, η οποία διοίκησε τον τοπικά καζά μέχρι το 1912.
Από τα μνημεία, που οικοδόμησε, σήμερα διατηρούνται μόνο τα Λουτρά. Χρονολογούνται στα τέλη του 14ου αιώνα και συνδέονται με την περίοδο ίδρυσης των Γιαννιτσών. Βρίσκονται στο δυτικό τομέα επί της Οδού Στράντζης, σε απόσταση λίγων μέτρων από το Μαυσωλείο του Γαζή Εβρενός. Το μνημείο δεν είναι αναστηλωμένο, ούτε επισκέψιμο.
Μνημεία και Ιστορίες
Ο Αλί ήταν ο αγαπημένος γιος του Γαζή Εβρενός. Ήταν γενναίος και ομορφοκάμωτος. Ο αγαπημένος της πόλης. Όταν ο πατέρας του φιλοξενούσε το Σουλτάνο Μουράτ τον Β’, ο Αλί ίππευσε το άλογο του και άρχισε να επιδίδεται σε μία μικρή παράσταση επιδεξιότητας. Όμως ο Σουλτάνος έκρινε την πράξη προσβλητική και διέταξε τον πατέρα να επιβάλλει το δίκαιο και να εκτελέσει το γιο. Ο Μπέης των Γιαννιτσών υπάκουσε βιβλικά. Και έχει ενδιαφέρον πως αυτή η ιστορία έγινε θρύλος στην πόλη. Σύμφωνα με την παράδοση (εσφαλμένη) ο τάφος του Αλί βρισκόταν επί της σημερινής Οδού Χατζηδημητρίου, στη θέση που βρίσκεται το Πνευματικό Κέντρο Γιαννιτσών. Μέχρι και την προπολεμική περίοδο, τα μουσικά όργανα των γαμήλιων πομπών σιωπούσαν καθώς περνούσαν από την περιοχή για να μην ταράξουν τον αιώνιο ύπνο του όμορφου Αλί.
-
Ο Τουρμπές, 15ος αιώνας Ο Γαζή Εβρενός ίδρυσε και οργάνωσε τα Γιαννιτσά οικοδομώντας λαμπρά δημόσια κτίρια. Ο εγγονός του όμως, ο Αχμέτ Μπέης Εβρενόσογλου ήταν αυτός που τα ανέδειξε σε σημαντικό πνευματικό κέντρο ορίζοντας τα χρόνια της διοίκησης του ως τη χρυσή εποχή των Γιαννιτσών. Οργάνωσε το Μπεζεστένι και έναν Μεντρεσέ, που για αιώνες υπήρξε η σημαντικότερη θρησκευτική σχολή της Μακεδονίας. Το σύστημα ύδρευσης που κατασκεύασε, επέτρεψε τη μεταφορά νερού από το Πάικο στα Γιαννιτσά διοχετεύοντας καθαρό νερό στις βρύσες και τις αυλές τους. Παράλληλα, υπηρέτησε δύο Σουλτάνους τον Μεχμέτ Φατίχ και τον Βαγιαζίτ Β’ πολεμώντας το 1462 στην κατάκτηση της Βλαχίας και το 1478 στην πολιορκία της Σκόδρας στην Αλβανία.
Στην προέκταση της Οδού Στράντζης, λίγα μέτρα βόρεια του Πύργου του Ρολογιού βρίσκεται ο Τουρμπές, ένα μνημείο που για δεκαετίες είχε ταυτισθεί με το Μαυσωλείο του Αχμέτ Μπέη. Γι’ αυτό και το όνομα Τουρμπές. Πρόκειται για ένα τετράγωνο σε κάτοψη, κτίσμα καλυμμένο με τρούλο, ο οποίος εδράζεται σε οκταγωνικό τύμπανο. Οι δύο όροφοι του μαυσωλείου δεν επικοινωνούσαν. Η πρόσβαση στον όροφο γινόταν με ξύλινη κλίμακα στη βόρεια πλευρά. Δέκα τοξωτά παράθυρα εξασφάλιζαν το φωτισμό. Το μνημείο είναι χτισμένο με πωρόλιθους και πλίνθους κατά μίμηση του βυζαντινού πλινθοπερίκλειστου συστήματος εκτός του τρούλου, ο οποίος είναι πλίνθινος.
Χρονολογείται στο β’ μισό του 15ου αιώνα στα χρόνια του Αχμέτ Μπέη. Όμως σίγουρα δεν είναι το μαυσωλείο του. Ο τάφος του θα πρέπει να αναζητηθεί στο Τζαμί του Σεϊχη Ιλαχή στο βορειοδυτικό τομέα της πόλης• γιατί εκεί θάφτηκε ο σημαντικός Μπέης, πλάι στον αγαπημένο του Σεΐχη. Όσο για την ταυτότητα του μνημείου, αυτή παραμένει ανοιχτή. Οι παλιοί κάτοικοι της πόλης μαρτυρούν ότι ήταν τεκές Δερβίσηδων. Πιθανόν να λειτούργησε ως τζαμί για την καθημερινή προσευχή.
Μνημεία και Ιστορίες
Ο Abdurrahman Bey διατηρούσε στην κατοικία του στο κέντρο των Γιαννιτσών ένα παλιό χειρόγραφο, οικογενειακό κειμήλιο, που περιέγραφε την ηράκλεια δύναμη του Γαζή Εβρενός. Μπορούσε να σκοτώσει ένα βόδι μόνο με τη γροθιά• και όταν ο Μουράτ ο Β’ τον διέταξε να οριοθετήσει τον καζά χρησιμοποιώντας μόνο τομάρι βοδιού, εκείνος το έξανε και το μετέτρεψε σε ψηλή κλωστή που κάλυψε μια μεγάλη επικράτεια μέχρι τον Αξιό Ποταμό.
-
Ο Πύργος Ρολογιού του Σερίφ Αχμέτ 18ος αιώνας. Συνεχίζοντας την περιπατητική αναζήτηση επί της Οδού Στράντζης στα Γιαννιτσά, ο επισκέπτης θα βρεθεί στο Ωρολόγι του Σερίφ Αχμέτ. Πρόκειται για ένα πύργο τετράγωνης κάτοψης, αποτελούμενο από τρία μέρη: τη βάση, τον κορμό και τη στέγη.
Η βάση είναι λιθόκτιστη επενδεδυμένη με ορθογώνιους δόμους ενώ ο κορμός είναι πλινθόκτιστος και επιχρισμένος με κονίαμα στην εξωτερική όψη. Απολήγει στη στέγη, η οποία διαμορφώνεται ως ένας ξύλινος, κωνικός πυργίσκος εντός του οποίου βρίσκονταν οι δύο καμπάνες του ρολογιού. Η τοξωτή είσοδος του πύργου βρίσκεται στη νότια πλευρά και φέρει υπέρθυρο με λίθινους θολίτες. Ο φωτισμός εξασφαλίζεται με 4 θυρίδες οι οποίες αναπτύσσονται καθ’ ύψος στην κάθε πλευρά. Από αυτές εποπτευόταν όλος ο Καζάς της Γεντζέ Βαρδάρ. Ίσως να ήταν και ένα άτυπο belvedere της Λίμνης των Γιαννιτσών.
Στην ανατολική όψη του Πύργου βρίσκεται εντοιχισμένη μαρμάρινη κτητορική επιγραφή, η οποία αναφέρει:
«Ο Σερίφ Αχμέτ από τη γενιά του Εβρενός, αυτού του φημισμένου διοικητή,
Πρόσφερε πάντοτε τις καλύτερες δυνάμεις του για το βακούφι του προπάππου του.
Τώρα έφτιαξε ένα ρολόι ώστε να είναι γνωσρή η ώρα:
Όμως το έφτιαξε για να είναι τεκμήριο του λαμπρού Ισλάμ.
Η ανταμοιβή που με αγνές διαθέσεις ήθελε να παρουσιάσει
ως ένα δώρο για τον πατέρα του και τη μητέρα του και τις ψυχές των γαζήδων.
Με αφαίρεση μόνο ενός, αυτό το χρονόγραμμα έρχεται στα χείλη:
δες, δεν υπάρχει καμμία λέξη γι αυτό το μεγαλειώδες και όμορφο ρολόι
Έτος Εγίρας 1167».
-
Η Πέλλα, μία μικρή πόλη στις ακτές του Θερμαϊκού κόλπου, έγινε πρωτεύουσα του μακεδονικού κράτους στο τέλος του 5ου με αρχές του 4ου αι. π.Χ., αντικαθιστώντας τις Αιγές και σύντομα εξελίχθηκε στο σημαντικότερο πολιτικό, οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο όλης της Ελλάδας. Η επιλογή της θέσης της νέας πρωτεύουσας έγινε πιθανότατα από το βασιλιά Αρχέλαο ή από τον Αμύντα Γ΄ κυρίως για πολιτικούς και οικονομικούς λόγους. Διέθετε εύφορα εδάφη στην ενδοχώρα της και την περίοδο εκείνη ήταν παραθαλάσσια, παρέχοντας εύκολη πρόσβαση προς όλες τις κατευθύνσεις, γεγονός που εξυπηρετούσε τόσο την ανάπτυξη του εμπορίου όσο και την επεκτατική πολιτική των Μακεδόνων βασιλέων. Η πόλη οργανώθηκε και επεκτάθηκε στα χρόνια του Φιλίππου Β΄ και του Κασσάνδρου. Εδώ γεννήθηκε ο γιος του Φιλίππου Β΄, ο Αλέξανδρος ο Μέγας. Η μορφή αυτής της παλαιότερης πόλης των κλασικών χρόνων δεν είναι καλά γνωστή, αφού έχει ανασκαφεί μόνο το νεκροταφείο της και λιγοστά αρχιτεκτονικά λείψανα στην περιοχή του σύγχρονου αρδευτικού καναλιού. Είναι βέβαιο, όμως, ότι στο τέλος της κλασικής εποχής η Πέλλα ήταν πλέον μία μεγαλούπολη με κανονική ρυμοτομία κατά το μοντέρνο σύστημα της περιόδου, το ιπποδάμειο, με μεγάλους κεντρικούς δρόμους και κάθετες οδούς.

-
Μετά την καταστροφή της ελληνιστικής Πέλλας από σεισμό, ο Οκταβιανός ίδρυσε το 30 π.Χ. σε απόσταση 1,5 χλμ. δυτικά, στην περιοχή βόρεια των «Λουτρών του Μεγάλου Αλεξάνδρου», σε νέα επίκαιρη θέση επί της Εγνατίας Οδού, τη ρωμαϊκή αποικία της Πέλλας, γνωστή ως Colonia Pella. Η κατοίκηση της θέσης συνεχίστηκε κατά την Παλαιοχριστιανική Περίοδο όπως μαρτυρούν η βασιλική, ο οχυρωματικός περίβολος και τα κινητά ευρήματα.
Η ανασκαφική έρευνα αποκάλυψε βόρεια «των Λουτρών του Μεγάλου Αλεξάνδρου» έναν μεγαλοπρεπή ναό διαστάσεων 42,50 Χ 20,20μ.. Ακολουθεί τον τύπο της τρίκλιτης ξυλόστεγης βασιλικής με νάρθηκα, εξωνάρθηκα και αίθριο. Ο ναός ιδρύθηκε στο δεύτερο μισό του 5ου αιώνα και καταστράφηκε στις αρχές του 7ου αιώνα. Εντασσόταν σε ένα ευρύτερο μνημειακό συγκρότημα, το οποίο περικλειόταν από οχυρωματικό περίβολο. Έφερε περίτεχνη επιδαπέδια διακόσμηση από πολύχρωμο μαρμαροθέτημα και ψηφιδωτό με γεωμερικό θεματολόγιο. Δεν γνωρίζουμε την ακριβή αιτία της καταστροφής του. Ήταν όμως αιφνίδια και ισχυρή, ίσως να προήλθε από σεισμό. Το μνημειακό συγκρότημα συνέχισε να χρησιμοποιείται μετά την καταστροφή με οικιστική και όχι λατρευτική χρήση ενώ ο μονόχωρος ναΐσκος, που αποκαλύφθηκε δυτικά της βασιλικής, χρονολογείται στην Υστεροβυζαντινή Περίοδο.

-
Στην ανατολική είσοδο του χωριού Νέα Πέλλα πλάι στην Εγνατία Οδό βρίσκονται «τα Λουτρά του Μεγάλου Αλεξάνδρου». Όμως η θέση και η μεγάλη δεξαμενή δεν συνδέονται με το Μακεδόνα βασιλέα αλλά αποτελούσαν τμήμα ρωμαϊκού υδρόμυλου της Colonia Pella. Η ονομασία δόθηκε κατά τους νεότερους χρόνους, όταν στην περιοχή ανέβλυζαν πηγές, οι οποίες σχημάτιζαν πέριξ της δεξαμενής μικρούς καταρράκτες. Εδώ έρχονται για αιώνες οι κάτοικοι και ρίχνουν νόμισμα στη δεξαμενή για καλοτυχία. Όταν στις αρχές της δεκαετίας του 1960 η Νομαρχία Πέλλης σε συνεργασία με τις κοινότητες της Πέλλας και της Νέας Πέλλας προχώρησαν σε καθαρισμό της δεξαμενής, ανασύρθηκαν 20 κιλά νομισμάτων διαφόρων εποχών, 20 κιλά ευχών εναποτιθέμενων στο παγανιστικό έθιμο της ρίψης μετάλλου.

-
Το Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο της Πέλλας βρίσκεται στο δυτικό άκρο του σύγχρονου οικισμού. Πρόκειται για ένα νεόδμητο μουσείο, του οποίου οι διακριτικοί όγκοι και οι λιτές γραμμές είναι απόλυτα προσαρμοσμένα στη μορφολογία του εδάφους. Αποτελεί ένα νέο όσο και σύγχρονο μουσείο με σαφή προσανατολισμό προς τον επισκέπτη. Η μουσειολογική πρόταση και οργάνωση, οι βοηθητικοί χώροι, η σύνδεση με τον αρχαιολογικό χώρο (μελλοντικά ο επισκέπτης του αρχαιολογικού χώρου θα καταλήγει στο μουσείο όπου θα ολοκληρώνει τη γνώση του για τον ελληνιστικό πολιτισμό της Πέλλας) και κυρίως η σπουδαιότητα των μόνιμων συλλογών το ορίζουν ως ένα σημαντικό μουσείο και την επίσκεψη του μια εμπειρία που δεν θα πρέπει να παραληφθεί.
Το πρώτο έκθεμα που υποδέχεται τον επισκέπτη είναι η κεραμίδα οροφής που φέρει το όνομα «ΠΕΛΛΗΣ». Από τα πρώτα ευρήματα του 1957, η κεραμίδα επιβεβαίωσε την ταύτιση της θέσης και κατέστησε την ανασκαφή της Πέλλας ως επιστημονικό γεγονός με διεθνές ενδιαφέρον.
κολουθεί η κάτοψη του αρχαιολογικού χώρου, όπου ο επισκέπτης με διαδραστικό τρόπο αντιλαμβάνεται και κατανοεί την ανάπτυξη της πόλης. Στη συνέχεια, η μαρμάρινη κεφαλή του Μεγάλου Αλεξάνδρου και το μαρμάρινο αγαλμάτιο του Αλεξάνδρου-Πάνα οδηγούν τον επισκέπτη στο κύριο τμήμα του μουσείου. Οι συλλογές αναπτύσσονται σε 4 θεματικές ενότητες: την καθημερινή ζωή, το δημόσιο βίο, τη θρησκευτική ζωή (δημόσια ιερά) και τα ταφικά έθιμα (νεκροταφεία). Από τον εξώστη έχει τη δυνατότητα της πανοραμικής παρατήρησης του ισογείου. Το ορθογώνιο αίθριο, οικείο στον επισκέπτη από τις περίστυλες αυλές των ελληνιστικών οικιών, προσφέρει το φυσικό φως φιλοξενώντας αρχιτεκτονικά μέλη, επιτύμβιες και αναθηματικές στήλες.

-
Το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Γιαννιτσών ιδρύθηκε τον Οκτώβριο του 1997 από την Ιστορική και Λαογραφική Εταιρεία Γιαννιτσών “Ο Φίλιππος” με σκοπό την προβολή της τοπικής ιστορίας και λαογραφίας. Η είσοδος στο μουσείο είναι δωρεάν.
Ο επισκέπτης με την είσοδό του βρίσκεται στην αίθουσα ιστορίας, όπου παρουσιάζεται η εξέλιξη της περιοχής των Γιαννιτσών από τους προϊστορικούς χρόνους έως το Μακεδονικό Αγώνα (1904-1908) και τη Μάχη των Γιαννιτσών (1912). Στην συνέχεια αναπτύσσεται η αίθουσα με τις παραδοσιακές στολές όπου σε ειδικές προθήκες εκτίθενται οι παραδοσιακές ενδυμασίες των Γιαννιτσιωτών. Οι στολές είναι αυθεντικές και έχουν προσφερθεί από δημότες, φίλους του μουσείου.
Στην επόμενη μεγάλη αίθουσα εκτίθενται αντικείμενα από τη ζωή των κατοίκων κατά τη προβιομηχανική περίοδο καθώς και σύγχρονες κατασκευές του κ. Αχιλλέα Κανναβού, οι οποίες αναπαριστούν παραδοσιακά επαγγέλματα. Στην αίθουσα αυτή ο επισκέπτης μπορεί να παρατηρήσει τον κύκλο δραστηριοτήτων των κατοίκων της πόλης και ίσως μέσα στα εκθέματα να αναγνωρίσει και την δική του προσωπική ή οικογενειακή πορεία. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι πολλοί από τους επισκέπτες την χαρακτηρίζουν σαν “αίθουσα των αναμνήσεων”.
Η επόμενη αίθουσα περιλαμβάνει ένα αυθεντικό αρχοντικό σαλονιού, το οποίο προέρχεται από το παλιό αρχοντικό της οικογένειας Χατζηδημητρίου. Πρόκειται για έναν γνήσιο “καλό οντά” που φιλοξένησε πολλές φορές τους πρωταγωνιστές του Μακεδονικού Αγώνα. Σε αυτόν πάρθηκαν από τους Δημογέροντες οι σημαντικές αποφάσεις που καθόρισαν το μέλλον της Μακεδονίας. Στην τελευταία αίθουσα εκτίθενται ένας αργαλειός, υφαντά, κεντήματα και άλλα εκθέματα που συμπληρώνουν την εικόνα του παραδοσιακού Γιαννιτσιώτικου σπιτιού. Στον διάδρομο παρουσιάζεται αρχειακό φωτογραφικό υλικό, εφημερίδες και έντυπα των Γιαννιτσών. Στον ίδιο χώρο βρίσκεται η συλλογή ράβδων που κατασκεύασε ο κ. Κυριάκος Παπαδόπουλος και δώρισε στο μουσείο.
Οι συλλογές του Ιστορικού και Λαογραφικού Μουσείου Γιαννιτσών διαμορφώνονται με τη συνεχή προσπάθεια των ανθρώπων της Ιστορικής-Λαογραφικής Εταιρείας «Φίλιππος» και την ευγενική προσφορά των δημοτών και οικογενειών της πόλης και της ευρύτερης περιοχής.
Το τρέχον διάστημα το μουσείο είναι κλειστό λόγω επισκευαστικών εργασιών. Τηλέφωνο επικοινωνίας: 23820 83684 και 6938 948 420.

-
Το Λαογραφικό Μουσείο Πέλλας βρίσκεται στην οδό Ταβουλάρη αρ. 22 στην Πέλλα δίπλα στον ιστορικό Ναό των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου (1867). Το μουσείο λειτουργεί από τον Σεπτέμβριο του 2006 και η είσοδος σε αυτό είναι δωρεάν.
Στεγάζεται σε κτήριο του 1937 χτισμένο με ντόπια ασβεστολιθική πέτρα. Πρόκειται για μία διώροφη κατασκευή με εξωτερική σκάλα, η οποία από το 1937 ως το 1991 λειτούργησε ως κοιντικό κατάστημα. Κατά τα έτη 1938 – 1944 στέγασε την πρώτη αρχαιολογική συλλογή του αρχαιόφιλου δασκάλου Παύλου Χαρτοματζίδη, η οποία εκλάπη από τους Γερμανούς το 1944. Κατά διαστήματα στέγαζε τάξεις του Δημοτικού Σχολείου Πέλλας, το νηπιαγωγείο, τα γραφεία του τοπικού σώματος προσκόπων και το αγροτικό ιατρείο. Στη συνέχεια, παραχωρήθηκε από τον Δήμο Πέλλας στο Μορφωτικό Όμιλο Πέλλας, ο οποίος με την εθελοντική εργασία των μελών του το μετέτρεψε σε λαογραφικό μουσείο.
Τα εκθέματα που παρουσιάζονται στις τέσσερις αίθουσες και την αυλή, είναι δωρεές κατοίκων της Πέλλας. Στους τρεις χώρους του ισογείου εκτίθενται κυρίως γεωργικά εργαλεία και γεωργικά μηχανήματα μικρότερης κλίμακας που κατασκεύασε ο κ. Ματσούκας Γεώργιος, καθώς και εργαλεία από παραδοσιακά επαγγέλματα (τσαγκάρη, ξυλουργού, κεραμοποιού και μαραγκού). Στους τρεις χώρους του ορόφου εκτίθενται παραδοσιακές φορεσιές (Μακεδονίας, Θράκης και Ανατολικής Ρωμυλίας), ένας αργαλειός και χειροποίητα παιχνίδια. Έγγραφα και βιβλία συμπληρώνουν το υλικό της συλλογής. Στην επόμενη αίθουσα το τζάκι και τα δεκάδες αντικείμενα καθημερινής χρήσης αναπαριστούν την προβιομηχανική Πέλλα και ανακαλούν στη μνήμη τις οικογενειακές ιστορίες. Επίσης, εκτίθεται προσωπικά αντικείμενα της Έλλης Μισιρλή Μακαρόνα, χορηγού της Βιβλιοθήκης και Πινακοθήκης της Πέλλας.
Για την επίσκεψη σας στο Λαογραφικό Μουσείο Πέλλας μπορείτε να καλέσετε τα τηλέφωνα: 2382032655, 2382032420, 6977801581, 6972713165

-
Το Βουνό Πάικο, με τα πυκνά δάση, τις ρεματιές και τα λιβάδια. Είναι βουνό προσιτό, με ασφαλείς διαδρομές και φιλόξενο. Ακολουθώντας τη βόρεια έξοδο των Γιαννιτσών ο επισκέπτης θα βρεθεί στη θέση που κάποτε υπήρχε το μαρτυρικό χωριό του Ελευθεροχωρίου. Σήμερα, μοναδικό, εναπομείναν σημάδι ζωής είναι ο λίθινος τοίχος του δημοτικού σχολείου. Τα λίθινα και πλίνθινα σπίτια, το ωραίο, κυκλικό σιντριβάνι, η Εκκλησία του Αγίου Πνεύματος, όλα παραδόθηκαν στις φλόγες στις 23 Μαρτίου του 1944 από το γερμανικό στρατό κατοχής. Δεκαεννέα κάτοικοι του προσφυγικού χωριού εκτελέστηκαν. Στο ειδεχθές έγκλημα θυσιάστηκαν γυναικόπαιδα και ηλικιωμένοι. Συνεχίζοντας την ορεινή πορεία προς βορά θα βρεθείτε στο νέο οικισμό του Ελευθεροχωρίου. Διαμορφωμένο κατά τη μεταπολεμική περίοδο αποτελεί παραθεριστικό τόπο των Γιαννιτσών με αυξανόμενη κατά τα τελευταία έτη και τη μόνιμη εγκατάσταση.
-
Ο Ποταμός Λουδίας. Λόγω του μηδενικού υψόμετρου με τη θάλασσα ο ποταμός δεν ρέει δριμύς και η περιοχή είναι απάνεμη, γεγονός που ευνοεί την απρόσκοπτη προπόνηση των αθλητών Νότια των Γιαννιτσών, σε απόσταση μόλις επτά χιλιομέτρων, ο επισκέπτης θα βρεθεί στον ποταμό Λουδία. Η θέση ονομάζεται «Μηδέν» λόγω του μηδενικού υψόμετρου με τη στάθμη της θάλασσας. Εδώ λειτουργεί το Δημοτικό Κωπηλατοδρόμιο όπου δραστηριοποιείται ο Ναυτικός Όμιλος Γιαννιτσών στα αθλήματα του Κανόε – Καγιάκ και της Κωπηλασίας.
-
Ο επισκέπτης κινούμενος δυτικά των Γιαννιτσών με πυξίδα το βουνό Πάϊκο θα φθάσει στις νότιες παρυφές του όπου αναβλύζουν οι Πηγές της Αραβησσού. Στο χώρο ανάβλυσής λειτουργεί αντλιοστάσιο, το οποίο τροφοδοτεί με πόσιμο νερό την πόλη της Θεσσαλονίκης. Οι 11 γεωτρήσεις παροχετεύουν 4.700 κυβικά μέτρα νερού την ώρα. Το νερό συγκεντρώνεται σε τρία φρεάτια στράγγισης και στη συνέχεια οδηγείται στο φρεάτιο υδροληψίας. Από εκεί μέσω αγωγού μεταφέρεται στην πόλη της Θεσσαλονίκης. Τον υδάτινο πλούτο των Πηγών συμπληρώνουν η Πηγή του Πλατάνου, άλλες, μικρότερες αναβλύσεις και το ποτάμι ορίζοντας μια φύση γόνιμη, φιλόξενη, σκιερή.
Τα πλεονεκτήματα των Πηγών της Αραβησσού, η ευλογία του νερού και ο εύφορος κάμπος, έγιναν αντιληπτά ήδη από τα νεολιθικά χρόνια. Στη θέση «Τούμπα» εντοπίσθηκε νεολιθικός οικισμός της 4ης χιλιετίας π.Χ., η έκταση του οποίου ξεπερνά τα 100 στρέμματα. Βόρεια του προϊστορικού οικισμού στο ύψωμα που φέρει την ονομασία Παλαιόκαστρο, διαπιστώθηκε η ύπαρξη ελληνιστικής πόλης, η οποία είναι γνωστή από το Θουκυδίδη με το όνομα Κύρρος. Η θέση κατοικήθηκε και κατά τους ρωμαϊκούς και βυζαντινούς χρόνους. Το υστεροελληνιστικό αγαλμάτιο κιθαρωδού Απόλλωνα, οι μαρμάρινες ρωμαϊκές επιγραφές και το σωζόμενο μεσαιωνικό τείχος βεβαιώνουν τη συνεχή κατοίκηση των Πηγών.
Σε απόσταση 1,5 χλμ. από το Παλαιόκαστρο η ανασκαφική έρευνα έφερε στο φως στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ρωμαϊκό οικοδόμημα με εσωτερική αυλή. Από την τοιχοδομία, τα δάπεδα και τα κινητά ευρήματα κυρίως τα νομίσματα χρονολογείται από τον 1ο αιώνα π.Χ. έως τις αρχές του 5ου αιώνα μ.Χ.. Το κτιριακό αυτό συγκρότημα θα μπορούσε να ταυτιστεί με το Mutatio Scurrio, το σταθμό της Εγνατίας Οδού ανάμεσα στην Πέλλα και την Έδεσσα, όπου στάθμευαν οι ταξιδιώτες για ολιγόωρη ξεκούραση.
-
-
Το Οικολογικό Πάρκο της Κρύας Βρύσης. Το Οικολογικό Πάρκο βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τομέα της πόλης της Κρύας Βρύσης. Πρόκειται για ένα σύγχρονα διαμορφωμένο χώρο αναψυχής, τόπο ξεκούρασης του επισκέπτη της Πέλλας. Τα 100 στρέμματα που τον ορίζουν, φιλοξενούν τεχνητές λίμνες νερού και δροσιάς με μόνιμα διαμένουσες τις πάπιες του πάρκου. Το κτιριακό συγκρότημα αποτελείται από εστιατόριο και ξενώνες που ικανοποιούν τις ανάγκες εστίασης και διαμονής.
-
Στα όρια του Δήμου Πέλλας περιλαμβάνονται βιότοποι που προστατεύονται από διεθνείς ή/και εθνικές συμβάσεις. Πιο συγκεκριμένα εντός της Δημοτικής Ενότητας Κύρρου, στο βόρειο-βορειοδυτικό τμήμα του Δήμου Πέλλας έχει θεσμοθετηθεί Καταφύγιο Άγριας Ζωής (ΚΑΖ) με ονομασία «Κρώμνη Γιαννιτσών» όπως τροποποιήθηκαν τα όρια με το ΦΕΚ 592/21-5-2001, με κωδικό Κ779, έκτασης 1501,067 εκταρίων.
Εντός του καταφυγίου σύμφωνα με την σχετική απόφαση, απαγορεύεται επ’ αόριστον η θήρα κάθε θηράματος και κάθε είδους άγριας πανίδας και γενικότερα οποιαδήποτε επιβάρυνση του περιβάλλοντος που θα μπορούσε να επηρεάσει την βιοποικιλότητα της περιοχής.
Επιπλέον, σημαντικές προστατευόμενες περιοχές είναι οι περιοχές του δικτύου Natura 2000 και ειδικότερα οι:
Η Ζώνη Ειδικής Προστασίας (SPA) με ονομασία “ΟΡΟΣ ΠΑΪΚΟ, ΣΤΕΝΑ ΑΨΑΛΟΥ ΚΑΙ ΜΟΓΛΕΝΙΤΣΑΣ” και κωδικό GR1240009.
Ο Τόπος Κοινοτικής Σημασίας (SCI) με ονομασία “ΟΡΟΣ ΠΑΪΚΟ” και κωδικό GR1240003.
Ο Τόπος Κοινοτικής Σημασίας (SCI) με ονομασία “ΔΕΛΤΑ ΑΞΙΟΥ-ΛΟΥΔΙΑ-ΑΛΙΑΚΜΟΝΑ-ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ-ΑΞΙΟΥΠΟΛΗ” και κωδικό GR1220002 (συνολικής έκτασης 33676.35 ha) μικρό τμήμα του οποίο είναι εντός των ορίων του Δήμου στα ανατολικά.
Σημειώνουμε εδώ επεξηγηματικά πως το Δίκτυο Natura 2000 αποτελεί ένα Ευρωπαϊκό Οικολογικό Δίκτυο περιοχών, οι οποίες φιλοξενούν φυσικούς τύπους οικοτόπων και οικοτόπους ειδών που είναι σημαντικοί σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αποτελείται από δύο κατηγορίες περιοχών:τις «Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ)» (Special Protection Areas – SPA) για την Ορνιθοπανίδα, όπως ορίζονται στην Οδηγία 79/409/EΟK “περί της διατηρήσεως των άγριων πτηνών“ και
τους «Τόπους Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ)» (Sites of Community Importance – SCI), όπως ορίζονται στην Οδηγία 92/43/ΕΟΚ “για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της Άγριας Πανίδας και Χλωρίδας”.
-
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΓΙΑΝΝΙΤΣΩΝ
Διεύθυνση: Εθνικής Αντίστασης 7, Τ.Κ 581 00, Γιαννιτσά Email: at.giannitson@hellenicpolice.gr Φαξ: 2106991853 Τηλέφωνα: Διοικητής: 2382024646, 2382084231 ΤΜΗΜΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΓΙΑΝΝΙΤΣΩΝ
Διεύθυνση: Εθνικής Αντίστασης 7, Τ.Κ 581 00, Γιαννιτσά Email: ta.giannitson@hellenicpolice.gr Φαξ: 2106991854 Τηλέφωνα: Διοικητής: 2382084232 ΤΜΗΜΑ ΤΡΟΧΑΙΑΣ ΓΙΑΝΝΙΤΣΩΝ
Διεύθυνση: Εθνικής Αντίστασης 7, Τ.Κ 581 00, Γιαννιτσά Email: tt.giannitson@hellenicpolice.gr Φαξ: 2106991850 Τηλέφωνα: Διοικητής: 2382023170, 2382084233 ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΚΡΥΑΣ ΒΡΥΣΗΣ (Άγιος Λουκάς, Ακρολίμνη, Εσώβαλτα, Σταυροδρόμι και Κρύα Βρύση)
Διεύθυνση: Β. Παύλου 65, Τ.Κ. 583 00, Κρύα Βρύση Φαξ: 2106991859 Email: Τηλέφωνα: Διοικητής: 2382351244, 2382061510 Γραμματεία: 2382061510 Αξιωματικός Υπηρεσίας: 2382061510
Βικιπαιδεια
Το ξενοδοχείο Φιλίππειον είναι ένα σύγχρονο οικονομικό ξενοδοχείο στο Λουτράκι Πέλλας, δίπλα στα λουτρά Πόζαρ, με παραδοσιακά στοιχεία αρχιτεκτονικής, που αποτελείται από 18 ευρύχωρα και καλαίσθητα δίκλινα, τρίκλινα και οικογενειακά δωμάτια. Οι λιτές και γήινες αποχρώσεις του ξενοδοχείου στο Λουτράκι Πέλλας ……….περισσότερα εδώ


Στο συνοικισμό Νέα Τραπεζούντα 5΄λεπτά από τα Γιαννιτσά βρίσκεται από το 1995 το εστιατόριο Λευτέρης. Από το 2009 τη σκυτάλη της επιχείρησης πήρε η κυρία Ελένη Μαυροπούλου κόρη του κύριου Λευτέρη. Πρόκειται για οικογενειακή επιχείρηση. Το καλόγουστο πάντα με νόστιμες εκπλήξεις εστιατόριο μας…....περισσότερα εδώ
εύκολη, γρήγορη και αξιόπιστα H Ελλάδα είναι ένας από τους πιο δημοφιλής προορισμός της Ευρώπης με χιλιάδες τουρίστες κάθε χρόνο. Το ήπιο κλίμα, μοναδικά τοπία, αμέτρητα αξιοθέατα, εξαιρετικοί προορισμοί καθιστούν την Ελλάδα τον ιδανικό προορισμό χειμώνα ....περισσότερα εδώ