Οι αρχαιότατοι κάτοικοι του Άργους ήταν αυτόχθονες Πελασγοί ( Άργος Πελασγικόν). Οι πρώτοι έποικοι ήταν Φοίνικες έμποροι και στη συνέχεια Αιγύπτιοι, με αρχηγό τον Ίναχο, περί το 1986 π.Χ..
Επί βασιλείας του Ινάχου το Άργος ήκμασε σημαντικά και οι κάτοικοι ονόμασαν το Άργος και όλη την Πελοπόννησο «Ινάχου γη» και τον ποταμό που έρεε δίπλα στα τείχη της πόλης Ίναχον. Αυτόν διαδέχθη ο γιος του Φορωνέας ο οποίος δημιούργησε την πόλη του Άργους, το «Φορωνικό άστυ», το οποίο θεωρείται η πρώτη πόλη του κόσμου. Κατά την παράδοση, πρώτος αυτός ανακάλυψε το πυρ το οποίο έκαιγε διαρκώς στο ναό του Λυκίου Απόλλωνα, «Φορωνέως πυρ». Η Νιόβη, κόρη του Φορονέα, γέννησε τον Άργον ο οποίος εβασίλευσε στη πόλη και έδωσε σε αυτή το όνομά του.Περί το 1572 π.Χ. ήρθε στο Άργος από την Αίγυπτο ο Δαναός (κατά άλλη παράδοση ο Δαναός ήταν Αργείος). Αυτός, εισήγαγε νέους νόμους, εδίδαξε μεταξύ άλλων στους πολίτες την ναυτιλία, τις τέχνες, … να ανοίγουν φρέατα και έτσι το Άργος «άνυδρον εόν Δαναός εποίησεν ένυδρον». Δαναοί ονομάστηκαν όχι μόνο οι Αργείοι αλλά και όλοι οι Έλληνες.
Με βασιλιά τον Άδραστο, το 1329 π.Χ. , επτά Αργείοι αρχηγοί εκ των βασιλικών οικογενειών, εκστρατεύουν στην επτάπυλη Θήβα, «Πόλεμος των Επτά επί Θήβας». Οι Αργείοι νικήθηκαν και όλοι οι στρατηγοί εφονεύθησαν. Δέκα χρόνια αργότερα, το 1319 π.Χ. οι γιοι των φονευθέντων στρατηγών εκστρατεύουν αυτή τη φορά νικηφόρα στη Θήβα (πόλεμος των Επιγόνων).
Το Άργος μετέχει στον Τρωικό πόλεμο (1193–1184 π.Χ.) υπό τον Διομήδη.
Η κάθοδος των Δωριέων στα τέλη του 12ου π.Χ. αιώνα εξουθενώνει το Μυκηναικό κράτος και το κέντρο του Ελληνισμού μετατοπίζεται στο Άργος. Τότε ιδρύθηκε το «μέγα Αργείον κράτος». Ο Τήμενος, της γενεάς των Ηρακλειδών, καταλαμβάνει το Άργος και γίνεται αυτό αντί των Μυκηνών, η βασιλική έδρα των Τημενιδών και η μητρόπολη της δωρικής Αργολίδος. Ο Τήμενος ήταν μετά τον Φορωνέα και τον Δαναό ο τρίτος θεμελιωτής του Άργους.
Η ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ
Ο ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΛΟΦΟ ΤΗΣ ΑΣΠΙΔΑΣ
Η αρχαιολογική έρευνα αποκαλύπτει τα αρχαιότερα ίχνη κατοίκησης στο Άργος στο λόφο του Προφήτη Ηλία, τη λεγόμενη Ασπίδα στα τέλη της Νεολιθικής εποχής γύρω στο 4000 – 3500 π.Χ.
Ο λόφος ξανακατοικήθηκε 1500 χρόνια αργότερα, δηλαδή γύρω στο 2000 π.Χ. σε μια εποχή που ονομάζουμε Μέση εποχή του Χαλκού η Μεσοελλαδική εποχή και η οποία διαρκεί από το 2000 έως το 1600 π.Χ.. Τότε στην κορυφή του λόφου αναπτύσσεται ένας ιδιαίτερα σημαντικός προϊστορικός οικισμός από τον οποίον ήρθαν στο φως πολυάριθμα κτίσματα.
Στις αρχές της Μυκηναϊκής εποχής (γύρω στο 1600 π.Χ.) ο σημαντικός αυτός οικισμός εγκαταλείπεται , και αναπτύσσεται η κάτω πόλη, ανατολικά του λόφου. Την ακμή του Μυκηναϊκού Άργους μαρτυρούν οι πολυάριθμοι και πλούσιοι τάφοι του νεκροταφείου της Δειράδας στους Ν.Δ. πρόποδες του λόφου.
Το Άργος φτάνει στην ακμή του κατά τη διάρκεια της Γεωμετρικής και Αρχαϊκής εποχής ( 800 – 500 π.Χ. ).
Από τους μεγαλύτερους άνδρες της Πελοποννησιακής ιστορίας, ο Φείδων βασίλευσε μεταξύ 770–730 π.Χ.. Κατέστησε το Άργος δεσπόζουσα δύναμη της Πελοποννήσου και αυτός πρώτος έκοψε Ελληνικά νομίσματα από χαλκό και άργυρο με έμβλημα τη χελώνα. Στο τέλος του 8ου π.Χ. αιώνα το Άργος εξελίσσεται στο σημαντικότερο κέντρο μεταλλουργίας στην Ελλάδα.
Από τον 7ο αιώνα μ.Χ. αρχίζει η ο έντονος ανταγωνισμός με την άλλη μεγάλη δύναμη της Πελοποννήσου την Σπάρτη η οποία κράτησε για πολλούς αιώνες.
Από τον 6ος αιώνας π.Χ. , ο λόφος της Ασπίδας χρησιμοποιείται ως χώρος λατρείας: στη ΝΔ πλαγιά ιδρύεται το ιερό του Απόλλωνα Δειραδιώτη.
Κατά τον 6ο και 5ο αιώνα π.Χ. στο Άργος αναπτύχθηκε η χαλκοπλαστική και στην Αθήνα η αγαλματοποιία λόγω των μαρμάρων της Πεντέλης. Ο περίφημος χαλκοπάστης και αγαλματοποιός Αγελάδας ο νεώτερος, ιδρύει σχολή στην οποία φοίτησαν μεταξύ άλλων ο Μύρων, ο Πολύκλειτος και ο Φειδίας. Ο Πολύκλειτος ( ήκμασε γύρω στο 450-420 π.X.), ήταν ο πιο ξακουστός γλύπτης της αρχαιότητος μαζί με τον σύγχρονό του Φειδία. Η σημαντικότερη προσφορά του όμως ήταν η μελέτη των αναλογιών και των συμμετριών του ανθρώπινου σώματος, που περιέγραψε στο σύγγραμμά του, ο Κανών. Η επίδραση αυτού του έργου καθώς και των γλυπτών του ήταν καθοριστική για τους επόμενους αιώνες.
Το 496 π.Χ. ο Σπαρτιάτης βασιλιάς Κλεομένης εξεστράτευσε εναντίον του Άργους και όντας νικητής εφόνευσε 6.000 αργείους πολεμιστές. Η πόλη αν και απογυμνώθηκε πληθυσμιακά διατήρησε την ανεξαρτησία της. Κατά τους περσικούς πολέμους το Άργος παραμένει ουδέτερο. Περί το 460 π.Χ. το πολίτευμα του Άργους γίνεται δημοκρατικό όταν η πόλη συμμαχεί με την Αθήνα.. Η δημοκρατία όμως καταλύεται το 418 π.Χ. από του ολιγαρχικούς της πόλης με τη βοήθεια της Σπάρτης. Το ολιγαρχικό πολίτευμα ο λαός κατέλυσε το 417 π.Χ..
Περί τον 4ο αιώνα π.Χ. κτίζεται το θέατρο από τα μεγαλύτερα της αρχαιότητας, με 83 σειρές καθισμάτων, θέατρο λαξευτό στο βράχο.
Στην αρχή του Πελοποννησιακού πολέμου (431–404 π.Χ.) το Άργος παραμένει ουδέτερο, αλλά το 421 π.Χ. συμμαχεί με την Αθήνα. Η πόλη αν και αναμίχθηκε στον καταστροφικό Πελοποννησιακό πόλεμο, εξακολουθεί να κυριαρχεί στην περιοχή.
Τα Νέμεα καθιερώθηκαν το 573 π.Χ. σε μια εποχή που η πόλη της Νεμέας αποτελούσε τμήμα της πόλης-κράτους των Κλεωνών. Αργότερα η Νεμέα και οι αγώνες πέρασαν στην κατοχή του Άργους και από το 270 π.Χ. διεξάγονταν εκεί.
Ο 3ος αιώνας π.Χ. με τις συνέπειες των πολέμων των Διαδόχων, την εισβολή των Αιτωλών και τον πό λεμο με τη Σπάρτη ήταν από τις πιο ταραγμένες περιόδους της ιστορίας του Άργους.
Τον 3ο αιώνα π.Χ. το Άργος αναδεικνύει μια από τις κορυφαίες ποιήτριες της αρχαιότητας, την λυρική ποιήτρια Τελέσιλλα.
Στις αρχές του 2ου αι. π.Χ., η πόλη του Άργους διέρχεται μια ακόμη ταραχώδη περίοδο της ιστορίας της. Το 196 π.Χ., ενώ οι περισσότερες ελληνικές πόλεις κηρύσσονται ελεύθερες, το Άργος παραμένει στην κατοχή του σπαρτιάτη βασιλιά Νάβι. Η απελευθέρωση της πόλης επιτυγχάνεται τελικά το 195 π.Χ.. Για την πόλη, η οποία επαναπροσχωρεί στην Αχαική Συμπολιτεία ακολουθεί μια περίοδος ευημερίας έως τη διάλυση του δεσμού, το 146 π.Χ..
Το 146 π.χ. η Πελοπόννησος γίνεται Ρωμαική επαρχία.
Στη διάρκεια της Ρωμαϊκής κυριαρχίας το Άργος γνωρίζει νέα περίοδο ακμής. Κατά την εποχή του Ανδριανού γίνονται αξιόλογα δημόσια έργα. Το θέατρο μετατρέπεται για να υποστηρίξει τα θεάματα της εποχής, ο ναός του Σεραπείου – Ασκληπείου μετατρέπεται σε Θέρμες, ένα από τα μεγαλύτερα και καλύτερα διατηρημένα συγκροτήματα Ρωμαϊκών λουτρών στην Ελλάδα, κτίζεται το Ωδείο και το Αδριάνειο υδραγωγείο μεταφέρει το νερό από την Κορινθία.
Τα περισσότερα δημόσια κτίρια καταστράφηκαν εν μέρει η ολοκληρωτικά με την επιδρομή των Γότθων το 267 μ.Χ. και των Οστρογότθων ( 395 μ.Χ. ). Στον 4ο και 5ο μ.Χ. αιώνα ωστόσο η πόλη ανοικοδομήθηκε, επισκευάστηκε το θέατρο και το Ωδείο, αναστηλώθηκε η μεγάλη στοά. Δρόμοι και κτίρια επισκευάζονται με υλικά κατεστραμμένων μνημείων. Πάνω σε παλαιότερα δημόσια κτίρια οικοδομήθηκαν Ρωμαικές επαύλεις με εντυπωσιακά ψηφιδωτά.
Τον Χριστιανισμό πιθανότατα κύρηξε στο Άργος τον 5ο αιώνα μ.Χ. ο Απόστολος Ανδρέας. Πλήθος χριστιανικών ναών ανεγείρονται αυτήν την περίοδο ( στο χώρο της ακροπόλεως υπάρχουν τα ίχνη βασιλικής, η οποία χρονολογείται στις αρχές του 5ου αιώνος μ.Χ. και θεωρείται από τις αρχαιότερες της Πελοποννήσου ). Αυτή την περίοδο ο επίσκοπος Άργους κατέχει εξέχουσα θέση στην κλίμακα της εκκλησιαστικής ιεραρχίας.
Ο σεισμός του 552 μ.Χ. προκαλεί την κατάρρευση πολλών κτιρίων και η πόλη αρχίζει να παρακμάζει. Οι επιδημίες της πανούκλας και οι Σλαβικές επιδρομές ( 580 – 590 μ.Χ. ) ολοκληρώνουν την εικόνα της κάμψης της πόλης η οποία διαρκεί μέχρι τον 7ο αιώνα μ.Χ.
Η Πελοπόννησος σταδιακά επανέρχεται στην αυτοκρατορική εξουσία με την τελική συντριβή των Σλάβων το 805 μ.Χ. και τον εκχριστιανισμό τους, προσπάθεια η οποία κορυφώθηκε κατά τα έτη της βασιλείας του Βασιλείου Ι (867-886). Ο επίσκοπος Άργους και Ναυπλίου Άγιος Πέτρος (περίπου 850-922), μια από τις λαμπρότερες εκκλησιαστικές φυσιογνωμίες της θρησκευτικής αναγεννήσεως της Πελοποννήσου κατά τα τέλη του 9ου και 10ου αιώνα, με τα κηρύγματά του, το φιλανθρωπικό του έργο και τα σχολεία που ίδρυσε, μετέβαλε την επισκοπή του σε κυψέλη φιλανθρωπίας και φάρο παιδείας .
Το Άργος κατά τον 10ο – 12ο αιώνα συγχρόνως με την πολιτιστική του άνθηση ανθεί και οικονομικά.
Το Βυζαντινό Άργος και γενικά η Αργολίδα κατακτήθηκαν από τους Φράγκους σταυροφόρους λίγο μετά το 1204. Η τελευταία Φράγκισσα επικυρίαρχος της Αργολίδας, η Μαρία ντ’ Ενγκιέν παρέδωσε την Αργολίδα μαζί με τις δύο κυριότερες πόλεις της, το Ναύπλιο και το Άργος , στους Βενετούς το 1388. Ένας αγώνας μεταξύ Βενετίας και των αντιπάλων της για το Άργος ξεκινά με τελική νικήτρια ήταν η Βενετία. Το Άργος πέρασε στα χέρια της Γαληνοτάτης στις 27 Μαίου 1394. Έκτοτε ξεκινάει ουσιαστικά και η Βενετική περίοδος του Άργους. Το Άργος απετέλεσε αρχικά την έδρα του Λατίνου Επισκόπου της Αργολίδας και διέθετε δικό του Βενετό διοικητή. Ο πληθυσμός της πόλης, ελληνικός, φραγκικός και βενετικός, οργανώθηκε σε κοινωνικές τάξεις σύμφωνα με το βενετικό πρότυπο.
Αυτή η κατάσταση διατηρήθηκε για 75 χρόνια. Με την έκρηξη του πρώτου βενετοτουρκικού πολέμου το Άργος έγινε το μήλον της έριδας ανάμεσα στη Βενετία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία στην Πελοπόννησο.. Τελικά στις 3 Απριλίου 1463, Κυριακή των Βαΐων, το Άργος κατελήφθη από τους Τούρκους. Σχεδόν όλοι οι Αργείοι, αν και παρεδόθησαν αμαχητί, μετεφέρθησαν στην Κωνσταντινούπολη. Την Ενετική κυριαρχία διαδέχθη η Τουρκική. Το 1479 υπογράφηκε η συνθήκη ειρήνης σύμφωνα με την οποία η Βενετία απώλεσε οριστικά το Άργος.
Η Β Ενετική κυριαρχία διαρκεί από το 1686 έως τον Ιούνιο του 1715, οπότε η πόλη πέφτει ξανά στα χέρια των Τούρκων..
Στα επόμενα χρόνια ο πληθυσμός του Άργους μειώνεται και η πόλη πέφτει στην αφάνεια. Στον απελευθερωτικό αγώνα κατά των Τούρκων η πόλη βρίσκεται στο επίκεντρο των γεγονότων. Η πόλη του Αργους, σήκωσε τη σημαία της Επανάστασης στις 23 Μαρτίου 1821 με επικεφαλής τον Σταματέλο Αντωνόπουλο. Από τότε το Άργος βρισκόταν στην καρδιά της επανάστασης κατά την οποία υπέστη πολλές καταστροφές. Οι προετοιμασίες για την 1η Εθνοσυνέλευση των μαχόμενων τότε Ελλήνων, έγιναν στην Εκκλησία του Αγ. Ιωάννη, ενώ η 4η Εθνοσυνέλευση έλαβε χώρα στο Αρχαίο Θέατρο το 1829. Ένας αγωνιστής που συνδέθηκε με το Άργος είναι ο Ι. Μακρυγιάννης, κυρίως για την παραμονή του επί μεγάλο χρονικό διάστημα στην πόλη, όπου και άρχισε τη συγγραφή των Απομνημονευμάτων του.
Οι στρατηγοί της απελευθέρωσης έκτισαν αρχοντικές κατοικίες στην πόλη, με εξαίρετα δείγματα αυτές του Δ. Τσώκρη, του Θ. Γόρδωνος, του Δ. Καλλέργη, κ.α., ενώ ο Κυβερνήτης Καποδίστριας είχε προγραμματίσει την πολεοδομική οργάνωση της πόλης και την ανέργεση δημοσίων καταστημάτων για να στεγαστούν οι υπηρεσίες. Το 1830 κτίστηκε το Δημαρχείο και ένα χρόνο νωρίτερα διαμορφώθηκαν οι Στρατώνες για τις ανάγκες του ιππικού. Το 1831 κτίστηκε το 1ο Δημοτικό σχολείο.
Προς το τέλος του 19ου αιώνα, το Άργος άρχισε πάλι να αναβαθμίζεται σε εμπορικό, βιομηχανικό και πολιτισμικό κέντρο της περιοχής. Εύποροι έμποροι ανέγειραν τότε στην πόλη ωραία Νεοκλασικά κτίρια, όπως το Μέγαρο Κωνσταντόπουλου που οικοδομήθηκε το 1912, σε σχέδιο του Ε. Τσίλλερ καθώς και η Δημοτική Νεοκλασική Αγορά του 1889.
Ας θυμίσουμε τα λόγια του Πουκεβίλ, γάλλου ταξιδιώτη του 1820: «… πόλη ων Θεών και των βασιλιάδων, το όνομα της, η φήμη της, η δόξα της, ήταν διαδεδομένα σ’ όλα τα έθνη! … Λόγια που απαντούν σε ωδές του Πίνδαρου: «Βραχύ μοι στόμα πάντ’ αναγήσασθ’ όσων Αργείων έχει τέμενος μοίραν εσλών, έστι δε και κόρος ανθρώπων βαρύς αντιάσαι» [είναι μικρό το στόμα μου για να διηγηθεί την δόξα του Άργους …].